Skip to main content

Γιαννάκης: "Το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990 ήταν σταθμός, δημιούργησε την επόμενη εξέλιξη της Εθνικής Ελλάδας"

Στο Ολυμπιακό Μουσείο της Θεσσαλονίκης, το superbasket.gr παρευρέθηκε στην παρουσίαση του βιβλίου «Τρωτός Άτρωτος», του Παναγιώτη Γιαννάκη.

Μετά από την Αθήνα και στην Θεσσαλονίκη, έγινε η παρουσίαση της αυτοβιογραφίας του Παναγιώτη Γιαννάκη με τίτλο «Τρωτός Άτρωτος» από τις εκδόσεις «ΔΙΟΠΤΡΑ»,  με την υπογραφή του δημοσιογράφου, Παντελή Βλαχόπουλου, στον οποίο διηγήθηκε στιγμές και γεγονότα από την καριέρα του ως παίκτης και ως προπονητής. 

Στην εκδήλωση για το βιβλίο του "Δράκου" του ελληνικού μπάσκετ, συμμετείχε ως συντονιστής ο Αντρέα Παλομπαρίνι, αλλά και ως σχολιαστές, οι δημοσιογράφοι, Παναγιώτης Αρωνιάδης και Γιώργος Τραπεζανίδης. Ακόμη μίλησαν για αυτόν, τόσο ο τότε προπονητής του Γιαννάκη στην Εθνική Ελλάδας, Ευθύμης Κιουμουρτζόγλου, αλλά και ο Νίκος Ζήσης, που ήταν βασικός πυλώνας των επιτυχιών όταν ο "Δράκος" ήταν κόουτς του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος. 

Είναι γνωστά τα επιτεύγματα του Παναγιώτη Γιαννάκη, που αποτέλεσε βασικό παράγοντα για την ανάπτυξη του ελληνικού μπάσκετ και του ελληνικού αθλητισμού γενικότερα. Ως παίκτης σε συλλογικό επίπεδο, είχε κατακτήσει μεταξύ άλλων ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών (1996), ένα Κύπελλο Σαπόρτα (1993), επτά πρωταθλήματα Ελλάδας (1985-1991) και ισάριθμα εγχώρια κύπελλα (1985, 1987-1990, 1992, 1996), είχε πετύχει πάρα πολλά ατομικά επιτεύγματα, αλλά και συμμετείχε σε πολλές μεγάλες νίκες. Ως παίκτης του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος, σήκωσε ένα χρυσό το 1987 και ένα ασημένιο το 1989 σε Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, ένα χρυσό στους Μεσογειακούς αγώνες (1979) και πάρα πολλούς τίτλους στο Βαλκανικό πρωτάθλημα. Έπαιξε σε 29 διοργανώσεις της FIBA και συνολικά σε 40 διεθνείς θεσμούς και αποτελεί τον πρώτο σε συμμετοχές παίκτη της Εθνικής Ελλάδας με 351 και τον πρώτο σκόρερ της με 5.301 πόντους. Κανένας άλλος παίκτης σε εθνική ομάδα στην Ευρώπη δεν έχει αυτά τα στατιστικά. 

Ως προπονητής της γαλανόλευκης, την οδήγησε ξανά στον δρόμο των επιτυχιών, αφού κατέκτησε μεταξύ άλλων το χρυσό στο Eurobasket του 2005, αλλά και το ασημένιο στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006. Τεράστιες επιτυχίες σε μια εθνική ομάδα που έκανε...επανεκκίνηση μαζι του στο τιμόνι από την πέμπτη θέση στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004, κάτι που είχε πετύχει και ως παίκτης στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα το 1996. Βέβαια, όλα αυτά είναι πολύ συνοπτικά, για το πόσο μεγάλες ήταν και τι επιρροή είχαν εκείνες οι επιτυχίες στον ελληνικό αθλητισμό. Έτσι και αλλιώς και ο ίδιος ο κόουτς στο βιβλίο του, δεν ήθελε απλά μια απαρίθμηση των επιτευγμάτων, αλλά μια περιγραφή και μια εξιστόρηση για το τι έγινε εκείνη την περίοδο.

Ο Παναγιώτης Γιαννάκης ανέφερε μεταξύ άλλων στην εκδήλωση ότι: 

Για την κατάκτηση του Eurobasket του 1987 από την Εθνική Ελλάδας: "Όταν βγαίνουμε στον δρόμο, η μεγαλύτερη ικανοποίηση είναι ότι οι άνθρωποι μας βλέπουν και μας χαμογελάνε. Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι θυμούνται στιγμές που τους έκαναν να αισθάνονται χαρούμενοι. Αυτή η νίκη το 1987 έδωσε αυτοπεποίθηση στους Έλληνες, που ένιωθαν ανασφαλείς. Εκείνη την περίοδο παρότι υπήρχαν απεργίες, βγήκαν όλοι μετά την επιτυχία μας αγκαλιασμένοι. Όπως είχε αναφέρει ο αείμνηστος Ανδρόνικος, μετά τον πόλεμο με τους Γερμανούς, οι Έλληνες ήταν τότε για πρώτοι φορά αγκαλιασμένοι. Αυτό ήταν το μεγαλύτερο εφόδιο για το μέλλον. Καταλάβαμε ότι είχαμε την δυνατότητα να ανταγωνιστούμε τους καλύτερους του κόσμου, αν τιθασεύαμε τον εγωισμό μας, δουλεύαμε σκληρά. Κάθε μέρα μπορούμε να γινόμαστε καλύτεροι. Ακόμη και σήμερα οι άνθρωποι αισθάνονται χαρά για αυτό το γεγονός. Όταν βλέπεις μικρά παιδιά να σου μιλάνε για αυτό και να χαίρονται, έχει μεγάλη αξία. Πρέπει να καταφέρουμε να κάνουμε και νέες γενιές να πιστέψουν στον εαυτό τους".

Για την εποχή των επιτυχιών με τον Άρη, υπογράμμισε ότι: "Παίζαμε θεαματικά σε ολους τους αγώνες. Δεν ήταν μόνο οι αναμετρήσεις με τις μεγάλες ομάδες όπως οι αγώνες με την Τρέισερ. Το γήπεδο ήταν γεμάτο 3-4 ώρες πριν, κόσμος ερχόταν από οποιοδήποτε μέρος της Ευρώπης. Κάθε βράδυ δείχναμε στον κόσμο γιατί να έρθει να δει μπάσκετ. Για αυτό και όταν ταξιδεύαμε, μας ακολουθούσαν. Θύμιζε περισσότερο ροκ μπάντα, ο κόσμος του Άρη ήταν απίστευτος".

Για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990 στην Αργεντινή: "Πάντα προσπαθούσα να βγάλω τον καλύτερο μου εαυτό. Εκείνο το τουρνουά ήταν πολύ δύσκολο για εμάς, ήμασταν χωρίς τον καλύτερο μας παίκτη. τον Νικ Γκάλη. Υπήρχε μια αναστάτωση στην ομάδα. Ήταν από τις πιο δύσκολες στιγμές. Ξεκινήσαμε τις προπονήσεις και βλέπαμε το γήπεδο πως ήταν σαν ένα βουνό και έπρεπε από τους πρόποδες να πάμε στην κορυφή. Νιώθαμε σαν να είχε 100 κιλά βάρος ο καθένας στο κάθε πόδι του. Στα φιλικά παιχνίδια ήμασταν δυσκίνητοι. Προσπαθούσαμε να βρούμε τον καλύτερο μας εαυτό. Επίσης, τύχαμε και σε πολύ δύσκολο όμιλο με Κορέα, με Ισπανία και με ΗΠΑ. Αν και χάσαμε από τους Αμερικανούς, κερδίσαμε την Κορέα και την Ισπανία. Δεν ισχύει αυτό που λένε για τους Ισπανούς ότι δεν μπορούμε να τους παίξουμε, έχουμε την δυνατότητα να τα καταφέρουμε, αρκεί να παίξουμε σε αυτό που ξέρουμε και σε αυτό που μπορούμε. Βέβαια...αγωνιστήκαμε και για το ξενοδοχείο μας. Αν χάναμε τον αγώνα, θα πηγαίναμε να παίξουμε στην Σάλτα, που ήταν ένα μικρό μέρος, πολύ μακριά από το Μπουένος Άιρες. Αλλά, νικήσαμε και μείναμε στην πρωτεύουσα της Αργεντινής. Εκεί πραγματικά δείξαμε ότι μπορούμε να σταθούμε στους καλύτερους του κόσμου. Όπως και όταν κερδίσαμε τους Αργεντινούς στα προημιτελικά, οι οποίοι μας είχαν νικήσει πιο πριν σε φιλικό αγώνα. Αυτό το τουρνουά δημιούργησε την επόμενη εξέλιξη της Εθνικής Ελλάδας, ήταν σταθμός. Μετά από αυτό το τουρνουά, η γαλανόλευκη ήταν σε υψηλό επίπεδο για πολλά χρόνια ακόμη".

Για το χρέος στην Εθνική Ελλάδας και την χαμένα ευκαιρία του Eurobasket 1977: "Στην εθνική ομάδα σταματάς, όταν σταματάς και το μπάσκετ. Η Εθνική μας ομάδα είναι η ομάδα όλων μας, πρέπει να είμαστε φίλαθλοι και οπαδοί. Οπαδοί για την αγάπη και φίλαθλοι για να την χειροκρατάμε. Ότι και να κάνει, είναι αυτή που μας εκπροσωπεί...Την πρώτη μου συμμετοχή την έχασα το 1977. Λόγω ενός αγώνα σχολικού πρωταθλήματος για να μαζέψουν τα παιδιά χρήματα και να πάνε εκδρομή. Εκεί γύρισα το πόδι μου. Και έτσι παρότι με ήθελε στην αποστολή, δεν μπορούσε να με πάρει μαζί του στο αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα ο κόουτς Ντουκσάιρ. Είχα χάσει μια ευκαιρία τότε".

Για τα πρώτα χρόνια στην Νίκαια: "Ήμουν πολύ τυχερός, γιατί ήρθαν άνθρωποι στην Νίκαια και δημιούργησαν μια ομάδα μπάσκετ. Αν δεν γινόταν αυτό, πολύ πιθανόν εγώ να μην έπαιζα μπάσκετ, γιατί δεν θα το ήξερα σαν άθλημα. Όταν ήρθε η ομάδα του Ιωνικού Νικαίας σε μένα, αγαπούσαν τα νέα παιδιά και είχαν μεγάλη αγάπη και για το παιχνίδι. Προσπαθούσαν να μαζέψουν όλα τα παιδιά από την γειτονιά και έτσι μαζέψαν και εμένα. Κάτι το οποίο σήμερα δεν γίνεται. Όλοι περιμένουν τα παιδιά να πάνε μόνα τους...Τα παιδιά εκείνη την εποχή παρατούσαν πολύ εύκολα το σχολείο. Ο προπονητής μου τότε ασχολούνταν πολύ με τις σπουδές μας, ρωτούσε για το σχολείο, ερχόταν στο σπίτι και ρωτούσε για εμάς. Όλο αυτό δημιούργησε τις ευκαιρίες και τα ερεθίσματα που έπρεπε να έχουμε εκείνη την εποχή. Το πιο ωραίο ήταν ότι μια ομάδα γειτονιάς κατάφερε να παίξει στην Α' Εθνική".

Για το πώς ένιωσε όταν πήρε στα χέρια του το βιβλίο: "Δεν το πίστευα ότι θα βρισκόμασταν σε αυτήν την στιγμή, δεν κρύβω εδώ ότι έπαιξε ρόλο η οικογένεια μου. Με παρότρυναν οι φίλοι και οι συμπαίκτες ότι ίσως έπρεπε να γράψω ένα βιβλίο. Δεν το έπαιρνα απόφαση, γιατί δεν ήθελα να κάνω απλά ένα βιβλίο, για το αν έβαλα πόντους ή αν κερδίσαμε πολλούς τίτλους...Όταν νιώθουμε άτρωτοι και αυτό συμβαίνει όταν νιώθουμε ότι έχουμε πολύ ταλέντο, τα κάνουμε όλα εύκολα, σηκωνόμαστε ψηλά, πηγαίνουμε γρήγορα, βάζουμε πόντους, πρέπει να αναλογιζόμαστε ότι είμαστε και τρωτοί, θα έρθει η στιγμή δηλαδή που θα πρέπει να παίξουμε άμυνα, να πάρουμε τα ριμπάουντ, πρέπει να παρακινήσουμε τον συμπαίκτη μας να παίξει καλύτερα. Είναι ωραίο να παίζεις καλά, αλλά είναι μεθυστικά να παίζουν όλοι καλά και να κερδίζει η ομάδα.Αν δεν μπορείς να βοηθήσεις να παίξουν και οι άλλοι καλά, τότε χάνεις την ευκαιρία να ζήσεις πράγματα, που ούτε καν τα φαντάζεσαι...Πάντα ήθελα να γίνω προπονητής, ήταν το όνειρο μου. Έκανα λίγο τον προπονητή σε μικρή ηλικία, γιατί δεν έβγαινε το χαρτζιλίκι. Υπενθυμίζω ότι εκείνη την εποχή παίζαμε περισσότερο γιατί μας άρεζε το μπάσκετ, για μια αναγνώριση...Εν τέλει εκείνη την εποχή έγινε κάτι που ήταν ανεπανάληπτο για τον κόσμο του αθλητισμού. Η Ελλάδα δούλεψε, έβαλε τον εγωισμό πιο κάτω, έμαθε λίγο καλύτερα να συνεργάζεται, που είναι το κυρίαρχο συστατικό για να πετύχεις πράγματα, εκτός και αν είχες ως χώρα το απύθμενο ταλέντο που είχαν άλλα κράτη. Εκείνη την εποχή όμως δεν ήταν έτσι τα πράγματα". 

Ο κόουτς Ευθύμης Κιουμουρτζόγλου επεσήμανε στις δηλώσεις του για τον Παναγιώτη Γιαννάκη ότι: "Εγώ θα σταθώ στους αριθμούς και θα ξεκινήσω από κάτι που ανέφερε ο Γιαννάκης. Υπογράμμισε ότι πήγανε στο Παγκόσμιο πρωτάθλημα της Αργεντινής χωρίς τον καλύτερο μας παίκτη, κάτι που δεν είναι αλήθεια. Μακράν ο καλύτερος παίκτης μας στο εθνικό γίγνεσθαι ήταν ο Γιαννάκης. Είχε 20 χρόνια καριέρα στο πρωτάθλημα, στο πιο υψηλό επίπεδο. Και συμμετοχές σε οχτώ στα δέκα πανευρωπαϊκά πρωταθλήματα και στα υπόλοιπα δεν συμμετείχε, γιατί δεν είχε προκριθεί η Εθνική Ελλάδας. Ως παίκτης του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος είχε 351 συμμετοχές. Κανένας στην Ευρώπη δεν έχει αυτό το νούμερο. Πολλές επιτυχίες και διακρίσεις ως παίκτης και ως προπονητής. Στην Ευρώπη δεν θα εμφανιστεί ποτέ τέτοιο μοντέλο. Αυτά τα νούμερα είναι που θα δημιουργήσουν μεγάλο κίνητρο σε κάποιον που θέλει να γίνει πρωταθλητής. Ανέφερε ο Γιαννάκης ότι πρέπει να βοηθάμε τους συμπαίκτες μας, όμως για να γίνει αυτό, πρέπει να είσαι το Νο.1. Μόνο έτσι μπορείς να τους βοηθήσεις".  

Επίσης, ο βετεράνος γκαρντ, Νίκος Ζήσης τόνισε μεταξύ άλλων πως:  "Ο κόουτς Γιαννάκης μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά από την επιτυχία του 1987 ήταν ο λόγος που η δική μου φουρνιά ξεκίνησε να παίζει μπάσκετ...Ο κόουτς είχε το σθένος να βάλει νέα παιδιά και αυτό δεν είναι εύκολη απόφαση. Μας έλεγε πάντα να βάζουμε το εγώ κάτω από την ομάδα και να παίζουμε για το εθνόσημο στο στήθος. Όλοι θυμούνται τις μεγάλες ανατροπές που κάναμε τότε, θυμάμαι τον κόουτς να λέει "υπομονή" και ακόμη και να χάναμε επτά πόντους στο τελευταίο λεπτό, είχαμε την ελπίδα ότι θα το ανατρέψουμε. Νιώθαμε ότι θα κάνουμε ότι μπορούμε".

Για το βιβλίο και για τον Γιαννάκη, ο συγγραφέας του βιβλίου και δημοσιογράφος, Παντελής Βλαχόπουλος υπογράμμισε μεταξύ άλλων ότι: "Εγώ το έχω το βιβλίο, κάθε πρωί στο τραπέζι στο σπίτι μου και όποτε περνάω το ακουμπάω. Προφανώς, είναι σημαντική η ύλη αυτού του βιβλίου, όπως και οι συναντήσεις μας κάθε Παρασκευή, που μου εξιστορούσε την ζωή του και τις διηγήσεις του από τον ελληνικό αθλητισμό, είναι πολύ μεγάλη εμπειρία για εμένα. Ο κόουτς Γιαννάκης ήταν ένα από τα παιδικά πρότυπα μου".

Ακόμη, ο αθλητικός δημοσιογράφος, Γιώργος Τραπεζανίδης, που βρισκόταν στο πάνελ της εκδήλωσης επεσήμανε μεταξύ άλλων ότι: "Διαβάζοντας το βιβλίο, από την μία πλευρά έζησα ξανά τα γεγονότα. Σαν να έβαλα "μέσα" τον εαυτό μου στο βιβλίο. Με την διαφορά ότι πολλά από αυτά που λεγόντουσαν, όπως τα θυμόμουν εγώ και όπως τα είχα ζήσει, ήταν λίγο αλλοιωμένα. Ίσως να είχε γίνει αυτό και με δημοσιογραφική ευθύνη. Έτσι επηρεάστηκαν οι απόψεις του κόσμου για πρόσωπα και καταστάσεις. Από την Ισπανία το παγκόσμιο πρωτάθλημα του 1986 που ήμουν απεσταλμένος δημοσιογράφος από την Μακεδονία και ο Παναγιώτης Γιαννάκης ήταν ο αρχηγός, έβλεπα ότι είχε τα ίδια ξεχωριστά χαρακτηριστικά ως αρχηγός της ομάδας όπως στον Ιωνικό, αλλά και με συμπεριφορές εκτός γηπέδου που τον έκαναν να ξεχωρίζει λόγω του χαρακτήρα του...Ήταν αρχηγός με όλη την σημασία της λέξης και ήταν ηγέτης όταν το απαιτούσε η στιγμή...Θυμάμαι όταν στο Τζόρτζια Ντομ στην Ατλάντα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1996, ήθελε να μας αποκαλύψει ότι "αυτό ήταν, θα σταματήσω ως παίκτης"...Το βιβλίο πρέπει να το διαβάσουν όλοι όσοι αγαπούν όχι μόνο το μπάσκετ, αλλά και την ίδια τη ζωή. Ο Παναγιώτης Γιαννάκης είναι το ίδιο το μπάσκετ. Είναι μια προσωπικότητα που μπορεί να σε εμπνεύσει να βγεις από τα όρια σου".