Skip to main content

Ο Μπουντούρης αποχαιρετά με έναν ξεχωριστό τρόπο τον Μαραντόνα

Ο χαμός του Ντιέγκο Μαραντόνα έχει συγκλονίσει ολόκληρο τον αθλητικό κόσμο, με ανθρώπους από όλα τα σπορ να αποχαιρετούν τον «Θεό» της μπάλας.

Ανάμεσα τους και ο Νίκος Μπουντούρης με τον παλαίμαχο καλαθοφαιριστή να αφιερώνει ένα κομμάτι  στον Ντιέγκο Μαραντόνα από το βιβλίο που ετοιμάζει και το οποίο αναμένεται να εκδοθεί κοντά στο καλοκαίρι, αποχαιρετώντας τον Αργεντινό με έναν ξεχωριστό τρόπο.  

Αναλυτικά:

Ο Μάγος.

 Ο Μαραντονα πέθανε. Δεν αγαπάω το ποδόσφαιρο παρόλο που τα μικρά μου χρόνια έπαιζα ατελείωτες ώρες. Αγάπησα στην εφηβεία μου το μπάσκετ και δεν είχα μάτια για άλλη αγκαλιά.

Το δίλημμα όταν μιλούσαμε στις παρέες για τους δύο κορυφαίους ποδοσφαιριστές ήταν πάντα :Πελέ ή Μαραντονα;

Εγώ πάντα έλεγα Πελέ. Ήταν αυτό που έπρεπε να είναι  κάθε μεγάλος αθλητής. Ένα πρότυπο αθλητικοτητας, συμπεριφοράς και ήθους. Έβγαζε πάντα μια υγιή εικόνα προς τα έξω και όταν μάθαινες την διαδρομή του, από τις φτωχόγειτονιές έως το υψηλότερο σημείο του ποδοσφαιρικού ουρανού, δεν μπορούσες να μην νιώσεις θαυμασμό και συγκίνηση. Ακόμα και η εικόνα του ήταν δομημένη, η κάθε εμφάνιση του προσεγμένη και η κάθε κουβέντα του ήταν γεμάτη νοήματα, σημαντικά μαθήματα για τον τρόπο που πρέπει να σκέφτεται και να πράττει ο σωστός αθλητής και άνθρωπος.

Στο απέναντι σπίτι της γειτονιάς έμενε ο Μαραντονα. Εγώ επίσκεψη πήγαινα στον Πελέ, μ'αυτον έκανα παρέα, αυτόν ήθελα να ακούω, σε αυτόν ήθελα να μοιάσω. Όμως πολλές φορές κοίταγα από το παράθυρο στον δρόμο και έβλεπα τον Ντιέγκο. Πίσω από την κουρτίνα, δεν γούσταρα να με δει, τον έβλεπα να κάνει τα κόλπα του στον χωματόδρομο με την μπάλα.

"Ρε τον άτιμο! Μεγάλη αλητρα, με τα σκουλαρίκακια του, τα αχτένιστα μαλλιά και τα σκονισμένα ρούχα της μίλαγε της μπάλας. Στα αλήθεια όμως. Τον είχα ακούσει να την λέει πουτανιτσα και να την ρωτάει : που θα πας; Έλα σε μένα να χορέψουμε. Έλα να σε πάρω αγκαλιά. Ξέρω τα καλύτερα κόλπα. Με μένα θα περάσεις καλά. Θα χαρείς, θα ζήσεις. Θα νιώσεις τι σημαίνει αγάπη, φλογερός έρωτας, πάθος. "και γέλαγε.

Κάποια στιγμή το βλέμμα του έπεσε στο παράθυρο και εγώ άγαρμπα κρύφτηκα πίσω από την κουρτίνα. Δεν ήθελα να με δει. Δεν ήθελα να καταλάβει ότι γούσταρα κατά βάθος να κοιτάζω τα κόλπα του. Με είδε! Γέλασε και γύρισε στον χορό του.

Όλη η γειτονιά μίλαγε για τις αλητείες του, τα ξενύχτια του, τα πάθη του.. Όμως όλοι έλεγαν ότι ήξερε και μπάλα. Την καλύτερη. Και αν είχε το μυαλό να προσέχει την ζωή του, θα ήταν ακόμα καλύτερος.

Αλλά πόσο καλύτερος? Κάθε φορά που έπαιζε φρόντιζε να δίνει απαντηση :"μπορώ και έτσι. Κερδίζω αμιγκο; Ε τότε όλα καλά. Τι σε νοιάζει εσένα τι έκανα χθες το βράδυ? Είμαι αλήτης; Οκ. Έλα να με κερδίσεις"

Κέρδιζε και έφευγε με το εντυπωσιακό αμάξι του, πάντα με ωραίες γυναίκες, με γέλια και δυνατή μουσική. Ξαναεμφανιζοταν στην γειτονιά μετά από 2 η 3 ημέρες. Χαμογελαστός, ξενύχτης , ταλαιπωρημένος, όχι από αγώνα, αλλά από τα άλλα, τα άσχημα. Καμιά φορά τον έφερνε περιπολικό, γιατί είχε μπλεξίματα. Ακόμα και από εκεί, όταν ο αστυνομικός του άνοιγε την πόρτα, έβγαινε με χαμόγελο."Πάλι εδώ! Χάχα"

Χαιρέταγε όλο τον κόσμο που είχε βγει  στα μπαλκόνια για να δει και τσίμπαγε την μπαλίτσα από τον πιτσιρικά στο πεζοδρόμιο και έκανε ποδαράκια. 10,20,30...πόσα πια; Έτσι μας έλεγε με τον τρόπο του ότι γύρισε ο μάγος στην γειτονιά. Έμπαινε τραγουδώντας στο σπίτι του, βάραγε την πόρτα δυνατά και άφηνε όλο τον κόσμο έξω να μιλάει γι αυτόν. Αλήτης, μπαλαδορος, αυτοκαταστροφικός, καλό παιδί, μεγάλη καρδιά... αρχηγός...

Αρχηγός; Σε τι θα μπορούσε να είναι αρχηγός;

Η αλήθεια είναι ότι όταν ο Ντιέγκο έβγαινε από το σπίτι του και προχώραγε στον χωματόδρομο, από πίσω του ήταν τσούρμο τα πιτσιρίκια. Θέλανε να ακούν τις ιστορίες του, να βλέπουν τα κόλπα του, να τους λέει αστεία. Τον νιώθανε δικό τους. Γι αυτό του λέγανε και τα δικά τους. Του εμπιστευόντουσαν τα λάθη τους γιατί ήξεραν, ότι δεν υπήρχε περίπτωση αυτός να μην τα είχα κάνει πριν από αυτούς. Δεν του ζητούσαν συμβουλή γιατί- όπως και ο ίδιος τους έλεγε-δεν ήταν ο κατάλληλος για να τους πει το σωστό. Δεν μπορούσε να το εφαρμόσει ο ίδιος καλά - καλά. Τι να τους συμβουλέψει;

Στην γειτονιά αν ήθελες συμβουλή πήγαινες στον Πελέ. Αυτός ήξερε να τα κάνει σωστά. Ήταν το καμάρι όλων. Όχι σαν τον άλλο.

Όμως, όταν γινόταν φασαρία στην γειτονιά, πρώτα η πόρτα του Ντιέγκο άνοιγε. Πετιόταν σαν ελατήριο από το ισόγειο διαμέρισμά του, καμιά φορά ημίγυμνος, όπως ήταν μέσα στο σπίτι του και έτρεχε να βοηθήσει όποιον ήθελε βοήθεια. Ήταν εκεί για κάθε αδύναμο και κατατρεγμένο που δεν έβρισκε το δίκιο του.

Ενώ κανείς στην γειτονιά δεν του είχε εμπιστοσύνη για να τον βάλει στο σπίτι του, να τον κάνει γαμπρό του ή να τον καλέσει για να φάνε μαζί με την οικογένεια του, ήξεραν όλοι ότι αν χρειαστούν κάτι ο Ντιέγκο θα τρέξει. "Καλή ψυχή αυτό το παιδί. Αν πρόσεχε και λίγο τον εαυτό του..."

-Και τι σε νοιάζει εσένα; Δικιά μου είναι η ζωή. Ότι θέλω την κάνω. "

-Τι παράδειγμα θα δώσεις στα παιδιά; Σε αγαπάνε.

-Πραγματικά δεν ξέρω. Πότε δεν ήξερα. Δεν με ένοιαζε. Ειδικά όταν έπρεπε. Οι τύψεις ερχόταν μετά. Ειδικά για τα δικά του παιδιά.

Ο Μαραντονα δεν ήταν ποτέ για εμένα πρότυπο καλής συμπεριφοράς και καλής ζωής. Αυτό όμως που ένιωθα για αυτόν ήταν θαυμασμός για την μαγεία που μπορούσε να αγγίξει την μπάλα, τις καρδιές των ανθρώπων, για την καλοσύνη του, το θάρρος στο  γέλιο του. Με τρόμαζε ο τρόπος που βάδιζε σχεδόν σε όλη του την ζωή στην άκρη του γκρεμού. Κάθε μέρα του ήταν μια μάχη με τα πάθη του. Αφού κατάφερνε να τα νικήσει ήταν έτοιμος να πολεμήσει στο πλευρό κάθε αδύναμου. Ταυτιζόταν με τον αδύναμο ίσως γιατί ήξερε μέσα του τις δικές του αδυναμίες. Όμως και ο απλός άνθρωπος έβλεπε στο πρόσωπο του Μαραντονα τις δικές του ήττες. Το παιδί του που έχει προβλήματα με τα πάθη του, το γειτονόπουλο με τα λάθη του, τον φίλο του που βυθίζεται και τελικά τον εαυτό του με τα βάσανα του. Την δύναμη που έψαχνε ο καθένας, του την έδινε ο ήρωας του με το χαμόγελο της ελπιδας. Τον έπειθε ότι από την λάσπη μπορεί να βγει ένα διαμάντι και να επιζήσει. Με τις ατέλειες του και τα αγκάθια που έχει να τον καρφώνουν  μέσα από τα ρούχα του.

Ο Μαραντονα ήταν επαναστάτης γιατί ποτέ δεν έπαψε να πολεμάει. Ο πρώτος εχθρός του ήταν ο εαυτός του. Κάθε μέρα τον κέρδιζε. Και πίστευε ότι αφού καταφέρνεις να κερδίζεις τον Μαραντονα δύσκολα θα σταθεί κάποιος μπροστά σου. Από εκεί ίσως έπαιρνε  δύναμη  για να σταθεί απέναντι σε κάθε εξουσία και σε κάθε κατεστημένο.

Ο Ντιέγκο Αρμαντο Μαραντονα δεν θα μπορούσε να ενταχθεί σε κάποιο σύστημα, να γίνει εξουσία. Ο θάνατος της επανάστασης έρχεται όταν γίνεται εξουσία. Ο αγώνας του επαναστάτη είναι αέναος. Ο παιδικός μας  ήρωας ήθελε πιο πολύ από όλα να μείνει στο μυαλό και την καρδιά του απλού ανθρώπου ως επαναστάτης. Και ο μάγος τα κατάφερε πάλι.!!

"Είδες αμιγκος; Χάχα"