Skip to main content

Ζούγρης: Το θέμα ήταν να αγοράσει παπούτσια μπάσκετ

Αίφνης και μέσα από τη συχνότητα της ΕΡΤ που είναι… μανούλα για να αναδεικνύει κάτι τέτοιες περιπτώσεις ένα νέο όνομα μπήκε στα σπίτια των μπασκετικών: Βαγγέλης Ζούγρης. 

Μην αισθάνεστε άσχημα πάντως αν δεν τον ξέρατε ακόμη κι αν ανήκετε σε αυτούς που η πορτοκαλί μπάλα είναι κάτι παραπάνω από ένα απλό αξεσουάρ με ωραίο χρωματάκι. Πριν από τρία χρόνια δεν συνυπήρχαν στην ίδια πρόταση. Τότε βρισκόταν ακόμη στον ασπρόμαυρο κόσμο της μπάλας του ποδοσφαίρου. Ποιος όμως είναι αυτός που θα μείνει εκεί από τη στιγμή που θα μπει στην οθόνη της ζωής του το χρώμα; Και ιδιαίτερα το… πορτοκαλί;

Ο Ζούγρης είναι κλασική περίπτωση παιδιού που έχει μάθει να παίζει… μπάλα. Φίλοι, ποδόσφαιρο, κάτι να κλωτσάμε, να τρέχουμε. Είναι άλλωστε από αυτά τα παιδιά που είναι αθλητές. Η πρώτη επαφή με το μπάσκετ ήταν διστακτική. Ο μπαμπάς Παναγιώτης ήταν αυτός που ανέλαβε να κάνει τις συστάσεις, συνοδεύοντάς τον ως το κλειστό του Περιστερίου. Η Σοφία Κλιγκοπούλου ανέλαβε να κάνει τα υπόλοιπα. Όταν τον είδε τον ρώτησε σε ποια ομάδα έπαιζε πριν φτάσει ως εκεί. Η αντίδραση ήταν ένα μάλλον τυπικό «οκ», αλλά η συνοδευτική διευκρίνιση ήταν που προκάλεσε το… σοκ: «Ξέρετε, δεν παίζω μπάσκετ, ποδόσφαιρο παίζω»… Η Ελληνίδα διεθνής και προπονήτρια στις ακαδημίες του Περιστερίου δεν μπορούσε να το πιστέψει. Η άμεση αντίδρασή της ήταν και ολίγον συνέπεια αυτού του σοκ: «Ποδόσφαιρο; Μπες μέσα να παίξεις παιδί μου». Κι έτσι πάτησε παρκέ.

Ο έρωτας δεν ήταν ακριβώς κεραυνοβόλος. Τις πρώτες μέρες που πήγε στις προπονήσεις πήγαινε με παπούτσια… στίβου, αφού δεν ήθελε να αγοράσει (ακόμη) μπάσκετ. Είχε αρχίσει να βλέπει όμως ήδη τα πράγματα αλλιώς. Το να αφήσει το ασπρόμαυρο για το… έγχρωμο και το γκαζόν για το παρκέ δεν ήταν άμεση απόφαση. Για λίγο καιρό προσπάθησε να χωρέσει τις δύο.. μπάλες κάτω από την ίδια μασχάλη. Το δίλημμα πάντως δεν κράτησε για πολύ. Ποιος είναι αυτός που θα παίξει, που θα καταλάβει το μπάσκετ και δεν θα το ερωτευτεί άλλωστε; Ειδικά όταν αυτός ο κάποιος είναι ένα παιδί 15 χρονών που στην πρώτη του επαφή με το παρκέ ρώτησε δειλά «να καρφώσω επιτρέπεται;» Το διστακτικό «ναι, αν μπορείς», έδωσε τη θέση του σε… γουρλωμένα μάτια, αφού το κάρφωμα ήρθε χωρίς ιδιαίτερο κόπο. Ήταν απλά θέμα χρόνου. Και αποφάσεων: Να παίξει και να αγοράσει κι εκείνα τα παπούτσια μπάσκετ!

Ο Ζούγρης ένα μαθητής του 18, με έναν χαρακτήρα πραγματικά ξεχωριστό που οφείλεται στην οικογένειά του, αλλά και στο πως βλέπει ο ίδιος τα πράγματα και τον κόσμο, αποφάσισε να παίξει μπάσκετ. Και το ρήμα δεν έχει να κάνει με το «α, ωραία θα βρω φίλους κι εδώ να κάνω παρέα», αλλά με την βαθύτερη σημασία του. Άρχισε να δουλεύει σκληρά με την ομάδα, αλλά και μόνος του. Στην καραντίνα όταν άλλοι έβρισκαν δικαιολογίες, αυτός έβρισκε ώρες για να προπονηθεί ακόμη περισσότερο. Όταν του είπαν να πάει σε καμπ μπάσκετ για να βελτιώσει την τεχνική του απέναντι σε παιδιά τα οποία με το ζόρι του έφταναν ως τον ώμο, αυτός δεν αισθάνθηκε άσχημα, αλλά είπε «ναι» και πήγε. Και συνέχισε να δουλεύει…

Η πρώτη ανταμοιβή ήρθε μέσα από τα τμήματα υποδομής του Περιστερίου όπου βρισκόταν ήδη η Κλιγκοπούλου, αλλά και οι Παπαμάρκος και Δελή. Τον πίστεψαν όλοι και αυτός φρόντισε να τους το ανταποδώσει. Η κλήση στην Εθνική Εφήβων ήταν το επόμενο μεγάλο βήμα γι’ αυτόν που το δέχθηκε με μεγάλη συγκίνηση, αλλά και έτοιμος να δώσει -για μια ακόμη φορά- τα πάντα. Βουτιές στο παρκέ, σκορ, άμυνα, σκριν, φωνές αν χρειαζόταν… Ήταν εκεί, είναι εκεί σε κάθε φάση. Κι αυτό ήταν το πρώτο που τον έκανε να ξεχωρίσει. Μαζί με τη δουλειά… Κάθε στιγμή…

Ο αγώνας με τον Ολυμπιακό δεν ήταν ο πρώτος που έπαιξε. Ήταν όμως ο πρώτος που τον σύστησε σε ένα ευρύτερο κοινό και έφερε το όνομά του σε κάθε σπίτι με πολλούς να αναρωτιούνται ποιος είναι αυτός που τα βάζει με Φαλ, Μπλακ, Μπολομπόι και δεν καταλαβαίνει τίποτα. Γιατί να ξέρετε, όπως και ο προπονητής του, δεν ενδιαφέρεται για το όνομα στο πίσω μέρος της φανέλας. Θα τα δώσει όλα κάθε στιγμή που θα του δοθεί. Αυτό που θα κάνει τις στιγμές λεπτά και αργότερα -να είναι καλά πριν από οτιδήποτε άλλο- θα του δώσει το χρόνο που θα ήθελε είναι η δουλειά του, το μυαλό του και πολύ περισσότερο η νοοτροπία του.

Πόσα παιδιά στην ηλικία του μετά το παιχνίδι που ο ίδιος έκανε θα δήλωναν «είμαι στο μηδέν ακόμη, πιο κάτω και από το μηδέν»; Δεν χρειάζεται η απάντηση… Ρητορική η ερώτηση… Αυτός πάνω στην ένταση ενός αγώνα όπως αυτού που είχε βιώσει ελάχιστα λεπτά νωρίτερα το είπε. Όπως μίλησε και για τη σχέση του με τον προπονητή του, δείχνοντας πως ο Βασίλης Σπανούλης συνεχίζει να εμπνέει και με το κουστούμι! Ίσως το πιο σημαντικό να είναι όμως, κι ας μην κατανοούν οι περισσότεροι στο βαθμό που του αρμόζει, είναι αυτό το «εγώ θέλω να παίξω μπάσκετ και θα παίξω». Τόσο απλά… Μέσα από τα λόγια ενός παιδιού -ακόμη- που έχει τα πράγματα ξεκάθαρα πρώτα από όλα στο μυαλό του. Ενός παιδιού που από τη στιγμή που γνώρισε το μπάσκετ το αγάπησε. Γιατί μεταξύ μας, καλό το ασπρόμαυρο, μπορεί να δώσει ακόμη και αριστουργήματα, αλλά ποιος θα το αντάλλασσε με το έγχρωμο; Ειδικά όταν το βασικό χρώμα που δίνει ζωή στις μέρες είναι το πορτοκαλί!