Το παρελθόν δεν μπορεί να εκβιάζει το μέλλον
Ο Μιχάλης Στέφανου γράφει για τον Ολυμπιακό
Είναι γεγονός ότι από την τελευταία επιτυχία του Ολυμπιακού, δηλαδή την παρουσία του στον τελικό της Euroleague τον Μάιο του 2017, έχουν περάσει σχεδόν τέσσερα χρόνια. Είναι επίσης γεγονός ότι ο βαθμός δυσκολίας της διοργάνωσης ανεβαίνει διαρκώς, καθώς όλο και περισσότερες ομάδες αποκτούν την τεχνογνωσία και επενδύουν σοβαρά. Πλέον δεν υπάρχουν αδύναμοι όπως τους είχαμε συνηθίσει στο παρελθόν, αλλά ούτε και ανίκητοι. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι η ουραγός Χίμκι, διαθέτει ένα από τα 6-7 μεγαλύτερα μπάτζετ της διοργάνωσης, ενώ o 17ος Αστέρας έχει νικήσει ΤΣΣΚΑ, Ρεάλ και Αρμάνι. Οπως εύκολα καταλαβαίνει κανείς τα δεδομένα έχουν αλλάξει και ως εκ τούτου οποιαδήποτε σύγκριση με το παρελθόν -ακόμα και το πρόσφατο- είναι άνευ σημασίας.
Ενα τρίτο γεγονός είναι ότι οι ελληνικές ομάδες σταδιακά υποχωρούν, χάνουν από την αίγλη και την δυναμική τους, μην μπορώντας να ακολουθήσουν τους οικονομικά ισχυρούς. Ο Παναθηναϊκός των τεράστιων μπάτζετ και των έξι ευρωπαϊκών σε διάστημα 15 χρόνων, κλείνει δεκαετία από την τελευταία του συμμετοχή σε φάιναλ φορ κι ένας θεός ξέρει πότε θα προκύψει η επόμενη. Ο Ολυμπιακός που έζησε την δική του εποχή δόξας με 5 τελικούς και δύο τρόπαια σε 8 χρόνια, έχει κατέβει επίσης επίπεδο, καθώς οι δύο παίκτες που τον είχαν πάρει από το χέρι βρίσκονται πια στη δύση της καριέρας τους. Μέσα σε όλα, ας σημειώσουμε ότι η παραγωγή Ελλήνων παικτών υψηλού επιπέδου είναι μακράν η φτωχότερη από τη δεκαετία του '80 κι έκτοτε.
Πολλές φορές τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά απ' όσο νομίζουμε, αλλά για να τα δούμε χρειάζεται ψυχραιμία και διάθεση αυτοκριτικής. Εδώ και τρία χρόνια ο Ολυμπιακός επιχειρεί να σταματήσει να ζει κοιτάζοντας πίσω του και να φτιάξει κάτι καινούργιο και σύγχρονο. Κάτι αντάξιο του ονόματος που έχτισε την τελευταία δεκαετία. Είναι προφανές ότι δεν τα έχει καταφέρει ακόμα. Ούτε εξαιρετικό μπάσκετ έχει παίξει, ούτε τα αποτελέσματα έχουν δικαιώσει τις προσπάθειες. Διότι προσπάθειες έγιναν (και γίνονται), όσο κι αν τις τελευταίες ώρες ακούγονται και γράφονται σημεία και τέρατα.
Οταν υπογράφεις τον Ντέιβιντ Μπλατ την ώρα που εισπράττεις ειρωνείες για την πιθανότητα και μόνο να βρίσκεται στην λίστα σου ένα τέτοιο όνομα, σημαίνει ότι προσπαθείς. Οταν φέρνεις πίσω -έπειτα από λαϊκή απαίτηση- τον Μπαρτζώκα και τον Σλούκα, σημαίνει ότι αν μη τι άλλο προσπαθείς.
Οπως, όμως δεν αμφισβητείται η προσπάθεια, έτσι δεν αμφισβητείται και η πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα λέει ότι ο Ολυμπιακός δεν βρίσκεται εκεί που θα ήθελε. Αρα, χρειάζεται μεγαλύτερη προσπάθεια από κάθε άποψη. Ξεκάθαρα.
Χρειάζονται κι άλλοι παίκτες επιπέδου Σλούκα. Χρειάζεται μεγαλύτερη ευστοχία (τύπου Βεζένκοφ και Μακίσικ) στις επιλογές που περιέχουν ρίσκο. Χρειάζεται ίσως κι ένας προβληματισμός γιατί παίκτες όπως ο Πάντερ, ο Λεντέι ή κι ο Μπολντγουιν έφυγαν από τον Ολυμπιακό και τώρα οδηγούν τις ομάδες τους στα play off. Γιατί ξένοι αξίας πέρασαν και δεν ακούμπησαν ή άλλοι που βρίσκονταν ένα βήμα πριν από το prime τους δεν το έκαναν στον Πειραιά.
Πηγαίνοντας στο σήμερα και χωρίς να το υπεραναλύουμε, αφού όσο κι αν βιαστήκαμε να βάλουμε τίτλους τέλους η σεζόν βρίσκεται σε εξέλιξη, οι ερυθρόλευκοι των 11 νικών θα μπορούσαν να έχουν 15 και να στρογγυλοκάθονταν στην 8άδα, αν δίπλα στον Σλούκα υπήρχε ΕΝΑΣ ακόμα γκαρντ αναλόγου επιπέδου. Χωρίς καμία άλλη διαφοροποίηση. Η περιφέρεια του Ολυμπιακού παρουσιάζει σοβαρή ανεπάρκεια τόσο αμυντικά όσο κι επιθετικά κι αυτό είναι πρόβλημα σαφώς μεγαλύτερο από εκείνο της φροντ λάιν, όπου πράγματι η έλλειψη ενός ψηλού με οντότητα είναι εμφανής. Κι αν ο Μακίσικ με τον Μάρτιν αποδεικνύονται σωστές επιλογές, ο Χάρισον με τον Ελις είναι πια φανερό ότι δεν μπορούν ανταποκριθούν στις προσδοκίες, παρότι το πρώτο δείγμα γραφής τους ήταν πολλά υποσχόμενο.
Η μεγάλη απορία όλων -και δικαίως κατά μία έννοια- είναι γιατί ο Ολυμπιακός δεν προέβη σε μία-δύο διορθωτικές κινήσεις (το κάνει κάθε χρόνο άλλωστε), ώστε να βελτιώσει την εικόνα του και να κυνηγήσει με περισσότερες πιθανότητες τον στόχο του; Κανείς δεν βρίσκεται στο μυαλό του Γιώργου Μπαρτζώκα, αλλά δύο εξηγήσεις μοιάζουν πιθανότερες στο δικό μου μυαλό:
1. Μέχρι πριν ένα μήνα που θα είχε νόημα μια προσθήκη, ούτε η εικόνα της ομάδας ήταν κακή ούτε και η βαθμολογική της θέση τέτοια ώστε να θεωρηθεί η κατάσταση επείγουσα, όπως π.χ. συνέβη με την Φενέρ που παρέπαιε. Το μία κρύο, μία ζέστη της ομάδας έφερε ίσως δισταγμούς και οι δισταγμοί μια αναβλητικότητα που εν τέλει επικράτησε.
2. Η αγορά, που σίγουρα εξετάστηκε, ήταν ιδιαίτερα φτωχή και για του λόγου το αληθές ας δούμε τι έκαναν οι υπόλοιπες ομάδες που χρειάστηκε να ψάξουν π.χ. για ψηλό. Η Ζενίτ υπέγραψε τον Ταρίκ Μπλακ πριν από ένα μήνα κι ακόμα δεν είναι έτοιμος να παίξει. Η Ρεάλ πληρωσε 75.000 buyout για να πάρει τον Τάιους στα 34 και τον χρησιμοποιεί ελάχιστα. Η Φενέρ έψαχνε για ψηλό πάνω από ένα μήνα, κατέληξε στον πανάκριβο Ο' Κουίν, οποίος με την μάχη για την 8άδα να μαίνεται, δεν μπορεί να μείνει στο παρκέ πάνω από 5-6 λεπτά. Η Εφές ψάχνει εδώ και καιρό τον αντικαταστάτη του τραυματία Πλάις, αλλά αδυνατεί να βρει. Ο Ερυθρός Αστέρας μην μπορώντας να εντοπίσει έναν αντι-Τέρι έφερε πίσω τον Ν'Νόκο. Τέλος η Μπάγερν (βγήκε πρώτη στην αγορά), ήταν η μόνη που βρήκε μια χρήσιμη προσθήκη στο πρόσωπο του Τζέιμς Γκιστ, αλλά δεν ξέρω πόσοι θα τον προτιμούσαν στον Πειραιά αντί του Ελις.
Ο Ολυμπιακός πράγματι έκανε μέχρι τώρα κάποιες πολύ μεγάλες νίκες, αλλά είναι αμφίβολο ότι μέσα τους έκρυβαν το πραγματικό του επίπεδο. Είπαμε ότι στην Ευρωλίγκα μπορεί ο τελευταίος να κερδίσει τον πρώτο. Να τον κερδίσει, όχι να τον φτάσει. Ολες οι ομάδες διαθέτουν τις ικανότητες να κάνουν κάποιες σπουδαίες εμφανίσεις, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι όλες είναι και σπουδαίες ομάδες. Η διάρκεια, η αντοχή, η ενότητα και φυσικά η ποιότητα καθορίζουν την αληθινή θέση του καθενός στην κούρσα.
Εκείνο που σίγουρα δεν χρειάζεται -για την ακρίβεια απαγορεύεται- είναι να λειτουργούν οι αποτυχίες συσσωρευτικά. Ο,τι έγινε ή δεν έγινε στο παρελθόν δεν μπορεί να εκβιάζει το άμεσο μέλλον. Οι ομάδες δεν φτιάχνονται με σπασμωδικές κινήσεις και οι αποφάσεις δεν μπορεί να παίρνονται στο πόδι. Οπως κι αν ολοκληρωθεί η σεζόν, ο Ολυμπιακός έχει κάνει ήδη την αρχή. Διαθέτει μια βάση τουλάχιστον έξι καλών παικτών κι έναν εξαιρετικό προπονητή για να συνεχίσει τον χτίσιμό του. Δεν θα ξεκινήσει από το μηδέν, ούτε θα τα γκρεμίσει όλα. Εφόσον όμως θεωρεί ότι η θέση του είναι στα ψηλά της Euroleague, θα πρέπει να στελεχωθεί και με παίκτες που ξέρουν να τον οδηγήσουν εκεί.
ΥΓ1. Είναι πολύ ωραίες και πολύ εύκολες οι κορώνες και οι άναρθρες κραυγές την ώρα που ο κόσμος βράζει και δεν ξέρει τι του πρωτοφταίει. Και πράγματι τις περισσότερες φορές πιάνουν γιατί πατάνε στην άγνοια του αποδέκτη, όμως χωρίς στοιχεια και επιχειρήματα δεν προσφέρουν τίποτα. Ούτε καν κριτική.
ΥΓ2. Αποχωρώντας από το ΟΑΚΑ πριν από δύο χρόνια ο Ολυμπιακός διάλεξε έναν δρόμο δύσκολο και μοναχικό. Πήρε όμως μια απόφαση που αποτελούσε πάνω από όλα απαίτηση του κόσμου του. Δεν γίνεται λοιπόν κάθε φορά που συμβαίνει κάτι τραγελαφικό στην Α1 να αποθεώνεται το #mexritelous, αλλά όταν δεν πάει καλά η ομάδα να λοιδορείται.
ΥΓ3. Τζένκινς και Ζαν Σαρλ δεν θεωρώ ότι με το σκεπτικό που αποκτήθηκαν δεν θα μπορούσαν να καθορίσουν την πορεία της ομάδας. Στον ρόλο τους μάλιστα (5ος ψηλός και 5ος γκαρντ) είναι συνεπεις, άλλο αν φτάσαμε να τους ζητάμε λαγούς με πετραχήλια.
ΥΓ4. Για να καταλάβουμε πόσο παράξενες είναι οι μέρες που ζούμε ας αναλογιστούμε για μιά στιγμή ότι παίκτες ήρθαν και θα φύγουν χωρίς να ακούσουν έστω και μια φορά το χειροκρότημα της εξέδρας, χωρίς να τους αγγίξει ο ηλεκτρισμός της. Πώς να καταλάβουν πού βρίσκονται, πώς να διακρίνουν το βάρος της φανέλας και τα επιπέδα πιεσης; Πώς να νιώσουν πχ τι εστί Ολυμπιακός;