Skip to main content

Offseason δύο ταχυτήτων στην Euroleague (πίνακες)

Η ασφάλεια των ομάδων της ελίτ, τα αναγκαστικά ρίσκα των λιγότερο ισχυρών και το μεγάλο ποσοστό ανακύκλωσης. Ο Μιχάλης Στέφανου αναλύει το μεταγραφικό τοπίο της Euroleague. 

Το μπασκετικό ενδιαφέρον στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού χωρίζεται συνήθως σε δύο μέρη. Το πρώτο, που χρονικά προηγείται, αφορά στον σχεδιασμό και τις μεταγραφικές κινήσεις των συλλόγων και το δεύτερο τις διοργανώσεις των εθνικών ομάδων. Η περίοδος που διανύουμε, ουσιαστικά σηματοδοτεί την αλλαγή σκυτάλης από το ένα στο άλλο, με τις ομάδες -εν προκειμένω της Ευρωλίγκας- να έχουν σχεδόν ολοκληρώσει τα ρόστερ τους και τα ομοσπονδιακά συγκροτήματα να ξεκινούν τις δικές τους προσπάθειες ενόψει του Ευρωμπάσκετ του Σεπτεμβρίου. 

Οσο λοιπόν κι αν μας κυριεύει ο ενθουσιασμός για την παρέα του Γιάννη, ειδικά μετά από τα πρώτα ενθαρρυντικά μηνύματα που έστειλε στο πλημμυρισμένο από διψασμένο για μια διάκριση κοινό του ΟΑΚΑ στο πρώτο φιλικό με την Ισπανία, είναι ακόμα αδύνατον να εξάγουμε σοβαρά συμπεράσματα για το παιχνίδι και τις προοπτικές της. Αντίθετα, μπορούμε με περισσότερα στοιχεία και μεγαλύτερη ασφάλεια να σχολιάσουμε την off season της Euroleague στο σύνολό της επιχειρώντας να κατανοήσουμε με ποια κριτήρια λειτούργησαν τα ευρωπαΪκά κλαμπ, ποιες ήταν οι προτεραιότητες τους, αλλά και ποια τα περιθώρια τους στην αγορά, ανάλογα με το... βεληνεκές τους. 

Μέχρι τη στιγμή που γράφτηκε το κείμενο οι 18 μονομάχοι της προσεχούς Euroleague είχαν ανακοινώσει ή ολοκληρώσει βάσει ρεπορτάζ 111 προσθήκες στο έμψυχο δυναμικό τους. Από αυτές, περίπου το 45% αφορά παίκτες που έχουν αυτό που λέμε "εμπειρία από την διοργάνωση", αλλά αγωνίστηκαν στα παρκέ της την αμέσως προηγούμενη αγωνιστική περίοδο. Γεγονός που εξηγείται τόσο από την διάθεση των περισσότερων ομάδων να αποφύγουν τα ρίσκα, όσο και από την αναγκαστική "αποψίλωση" των ρωσικών ομάδων, οι οποίες αποκλείστηκαν λόγω του πολέμου της Ουκρανίας.

Για την ακρίβεια 16 παίκτες από τα περσινά ρόστερ των ΤΣΣΚΑ, Ζενιτ και Ούνικς απορροφήθηκαν από εννέα διαφορετικά κλαμπ που μετέχουν στην προσεχή Euroleague, μεταξύ των οποίων και οι δύο ελληνικές ομάδες. Ο Ολυμπιακός απέκτησε τον Κάνααν και τον Μπολομπόι και ο Παναθηναϊκός τους Γκριγκόνις και Γκουντάιτις. Επιπλέον, υπήρξε και μια μετακίνηση προπονητή, με τον Δημήτρη Ιτούδη να αφήνει την ΤΣΣΚΑ έπειτα από μια οκταετία για λογαριασμο της Φενέρ. 

Φυσικά, υπήρξαν και κινήσεις -κάποιες, μάλιστα, ιδιαιτέρως δυνατές- με παίκτες οι οποίοι ναι μεν δεν αγωνίστηκαν την τελευταία σεζόν στην Euroleague, αλλά την γνωρίζουν καλά. Οι επιστροφές των Τόμας Σατοράνσκι και Νεμάνια Μπιέλιτσα σε Μπάρσα και Φενέρ αντίστοιχα, η απόκτηση του Μάικ Τόμπι επίσης από τους Καταλανούς, του Ταρικ Μπλακ από τον Ολυμπιακό, του Αμάθ Εμπαγιέ από την Εφές, αλλά και του Ισμαέλ Μπακό από την Βίρτους είναι τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα. 

Γενικά η διάθεση των ομάδων να στελεχώνονται με αθλητές "παιγμένους" στην τόσο απαιτητική (σωματικά και πνευματικά) κορυφαία ευρωπαϊκή λίγκα είναι δεδομένη, ομως όπως θα δούμε παρακάτω δεν είχαν όλες τη δυνατότητα να την μετουσιώσουν σε πράξη. Τουλάχιστον όχι στον επιθυμητό βαθμό.

Μέχρι στιγμής η εισροή παικτών που θα λάβουν μέρος για πρώτη φορά στην Euroleague είναι συνολικά μειωμένη και βρίσκεται κάτω από το 40% των συνολικών μεταγραφικών κινήσεων, όμως όπως θα διαπιστώσουμε, το συγκεκριμένο ποσοστό δεν μοιράζεται ισόποσα. Στην ουσία δεν αγγίζει καθόλου τις ομάδες της ελίτ και επιβαρύνει ως επί των πλείστων τα... χαμηλότερα στρώματα.

Κάτι που δεν διαφαίνεται από τους πίνακες και τα συγκεντρωτικά στοιχεία, είναι το γεγονός ότι η απόκτηση παικτών χωρίς ένσημα στη Euroleague γίνεται κατά συντριπτική πλειοψηφία από τα κλαμπ της δεύτερης ταχύτητας, αν μας επιτρέπεται η φράση. Εκείνα, δηλαδή, που είτε δεν έχουν μεγάλη οικονομική δυνατότητα, είτε δεν αποτελούν πρώτη επιλογή των έμπειρων και λογικά περιζήτητων παικτών, οι οποίοι συνήθως καταλήγουν σε οργανισμούς, οι οποίοι για τον έναν ή τον άλλο λόγο (μπάτζετ, brand name, περιβάλλον εργασίας), έχουν κερδίσει προτεραιότητα στην αγορά. 

Φανταστείτε ότι από τους 19 παίκτες που έχουν αποκτήσει μέχρι τώρα οι τέσσερις ομάδες του περσινού Final Four (Εφές, Ρεάλ, Μπαρτσελόνα και Ολυμπιακός), μόλις ένας (ο Πετρ Κορνελιέ της Ρεάλ), θα είναι είναι ρούκι στη διοργάνωση! Σχεδόν απόλυτο, με λίγα λόγια, το καθεστώς ασφάλειας μέσα στο οποίο δραστηριοποιούνται οι κορυφαίες ομάδες.  Ψωνίζουν σιγουριά και συνέπεια, αποφεύγοντας όσο το δυνατόν επιλογές με ρίσκο, διότι πάνω απ' όλα έχουν την δυνατότητα να το κάνουν.  

Κάτι ανάλογο ισχύει και για τα υπόλοιπα κλαμπ με ιδιαίτερη δυναμική, όπως η Μιλάνο, η Φενέρ, η Μακάμπι, αλλά και η οικονομικά πανίσχυρη Μονακό που έφτασε πέρυσι μια ανάσα από το Βελιγράδι και φιλοδοξεί φέτος να επαναλάβει την υψηλή πτήση της. Ακόμα κι ο άλλοτε κραταιός Παναθηναϊκός που πέρασε μια μακρά περίοδο βαθιάς ύφεσης, μόλις επαναδραστηριοποιήθηκε κατάφερε να προσελκύσει ουκ ολίγους ευρωλιγκάτους στόχους. Ολοι μαζί, λοιπόν, οι πέντε αυτοί σύλλογοι έχουν προσθέσει στις τάξεις τους μόλις 12 rookies σε σύνολο 40 κινήσεων. Κάτι που σημαίνει ότι και η δική τους συμπεριφορά στην αγορά βασίστηκε στο μοτίβο του μειωμένου ρίσκου.

Συνυπολογίζοντας, οπότε, και  τo 1/19 της τετράδας του Final Four, μιλάμε για μόλις 13 νεοφερμένους σε εύρος 59 κινήσεων από τις εννεά ομάδες που επιλέξαμε να τοποθετήσουμε στο γκρουπ της πρώτης ταχύτητας! Ποσοστό 22%.

Ξέρετε τι σημαίνει αυτό; Οτι οι υπόλοιπες εννέα ομάδες (Μπασκόνια, Αλμπα, Ασβέλ, Μπαγερν, Ζαλγκίρις, Ερυθρός Αστέρας, Βαλένθια, Βίρτους, Παρτιζάν) "ευθύνονται" για την συντριπτική πλειοψηφία των rookies που αποκτήθηκαν φέτος. Τα συγκεκριμένα κλαμπ έχουν έως τώρα υπογράψει 52 νέους παίκτες, από τους οποίους μόνο οι 22 έχουν ξαναπαίξει στην Euroleague, ενώ οι 30 θα είναι πρωτάρηδες. Μιλάμε δηλαδή για το 57% των μεταγραφών τους! Ουσιαστικά μόνο η Παρτιζάν και σ' ένα βαθμο ο Ερυθρός Αστέρας κατάφεραν να ενισχυθούν με "γνώστες" της διοργάνωσης. 

Ας δούμε τη σύγκριση ανάμεσα στα δύο άτυπα γκρουπ ομάδων, όπως τα διαχωρίσαμε με συγκεκριμένα κριτήρια. 

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι από την προηγούμενη διετία, με την πανδημία του covid, να είναι στο peak της και το υπαρκτό αυτό ρίσκο για τις ομάδες, σε όλα τα επίπεδα, επέλεξαν να πάνε σε πιο σίγουρες μεταγραφικές κινήσεις, με επιλογές παικτών εντός της Euroleague. Οι λόγοι ήταν και αγωνιστικοί, αλλά και διαχειριστικοί, καθώς θα ήταν πιο δύσκολο για ένα rookie να ανταποκριθεί στο υψηλότερο επίπεδο, μέσα σε ένα περιβάλλον όπου επικρατούσε αβεβαιότητα.

Φέτος βλέπουμε ότι ενώ οι θεωρητικά ισχυροί συνεχίζουν να αποφεύγουν τα ρίσκα και να επιλέγουν τον δρόμο της ασφάλειας, στις ομάδες της δεύτερης ταχύτητας επανερχόμαστε σε προ 2020 επίπεδα, με το ποσοστό των rookies να ξεπερνά ξανά το 50%.  Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θέλουν να βαδίσουν σε πιο safe μονοπάτια (κάτι που βλέπουμε στο παράδειγμα των Μπαρτσελόνα, Εφες, Ολυμπιακού), απλά χωρίς τη δυνατότητα να κάνουν ποιοτικές κινήσεις από τη δεξαμενή της Euroleague, επέλεξαν λύσεις rookie παικτών με προοπτική, όπως οι Μπασκονια, Μπάγερν και Βαλένθια.Αυτές οι ομάδες παίζουν το στοίχημα της προσαρμογής μεν, σε ένα πιο ορθολογικό περιβάλλον δε, όσον αφορά την πανδημία. Όλα αυτά δεν αποκλείεται να ανατραπούν, αν ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχιστεί, εντείνοντας την οικονομική ύφεση στην Ευρώπη.

Ας ελπίσουμε, η Euroleague και οι ομάδες της να είναι προετοιμασμένες για ένα τέτοιο ενδεχόμενο και να δείξουν καλύτερα αντανακλαστικά από ο,τι με το ξέσπασμα της πανδημίας. Η δικαστική διαμάχη με την ΤΣΣΚΑ είναι το πρώτο crash test…

Οσο για τις τους δύο εκπροσώπους της χώρας μας, ο Ολυμπιακός κατάφερε για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά να ψωνίζει αποκλειστικά από την δεξαμενή της Euroleague, ενισχύοντας το βάθος του και δημιουργώντας ένα ρόστερ 100% χτισμένο από υλικά της διοργάνωσης.Πίτερς, Κάναν, Μπόλομποι και Μπλακ έρχονται να θωρακίσουν τα ερυθρόλευκα στάνταρ σε πιο υψηλά επίπεδα.

Ο Παναθηναϊκός από την άλλη, δείχνει να επιστρέφει σταδιακά σε πιο γνώριμα λιμέρια αφού εγκατέλειψε σε μεγάλο βαθμό τα στοιχήματα και βάδισε περισσότερο στα σίγουρα, με επιλογές παικτών και προπονητή που του προσφέρουν εγγυήσεις ότι τουλάχιστον θα είναι ανταγωνιστικός. Αντριους και Παναγιώτης Καλαιτζάκης μπορούν να θεωρηθούν ελεγχόμενα ρίσκα κι αν δεν είχαν χαθεί οι Παπαπέτρου, Νέντοβιτς όλα θα ήταν πολύ καλύτερα.

Η ΙΔΙΑΙΤΕΡΗ ΣΕΖΟΝ 2019-20 ΚΑΙ Ο ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ

Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στη σεζόν 2019-20, που ήταν η πρώτη κατά την οποία το format είχε 18 ομάδες και έναν αριθμό ρεκόρ σε ρούκι παίκτες από μεταγραφές, συγκριτικά με τις επόμενες χρονιές. Από τη μία λογικό, δεδομένου ότι υπήρξαν νέες ομάδες στη διοργάνωση, όπως οι Βιλερμπάν, Ζενίτ, αλλά από την άλλη είδαμε παραδοσιακές δυνάμεις όπως ο Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός να έχουν μεγάλο μεταγραφών ρούκι παικτών στα ρόστερ τους, συγκεκριμένα 7 έκαστη ομάδα! 
 
Ωστόσο και άλλες ομάδες με φιλοδοξίες, όπως οι ΤΣΣΚΑ, Αρμάνι και Μακάμπι επένδυσαν σε μεταγραφές νέων προσώπων, που όμως οι περισσότεροι απογοήτευσαν (Μπέικερ, Κουφός, Μακ). Από αυτές τις 3 ομάδες, μόνο η Μακάμπι πήρε βοήθειες από τους πρώην, πλέον, ερυθρόλευκους Έισι και Ντόρσει. Μιας και αναφέραμε τον Ολυμπιακό, είναι ξεκάθαρο ότι την τρέχουσα και περασμένη off season, οι μεταγραφές έμπειρων παικτών από τη δεξαμενή της Euroleague, μεταξύ άλλων, βοήθησαν στο να παρουσιάσει η ομάδα καλύτερη εικόνα. Είναι νωπές οι μνήμες από τα πειράματα των περιόδων 2019-20 και 2020-21, όπου ουσιαστικά το μόνο "κέρδος" από ρούκι παίκτες ήταν ο McKissic. Συνεπώς, δικαιολογείται η τάση των ερυθρόλευκων και φέτος να "ψωνίσουν" γνώριμα πρόσωπα από τη διοργάνωση.