Skip to main content

Η μεγάλη εικόνα του Ολυμπιακού

Ο Μιχάλης Στεφάνου γράφει για τα στοιχεία που έχουν φέρει τον Ολυμπιακό στην κορυφή της Euroleague, μετά το φινάλε του πρώτου γύρου της διοργάνωσης.

Μια στάση εδώ. Στου δρόμου τα μισά, που βρήκαν τον Ολυμπιακό πρώτο και προπαντός καλύτερο σε όλη την Ευρωλίγκα. Διότι την κορυφή της κατάταξης μπορεί να την μοιράζεται με τέσσερις συγκατοίκους, όμως την κορυφή της απόδοσης την κρατάει όλη για τον εαυτό του. Και είναι ίσως μια καλή ευκαιρία να βγούμε από τον μικρόκοσμο του αγώνα με την Αρμάνι, που στην πραγματικότητα δεν μας έκανε σοφότερους (οι γηπεδούχοι επιβεβαίωσαν την ανωτερότητά τους κόντρα σ’ έναν σκληρό αντίπαλο) και να δούμε την μεγάλη εικόνα. Εκείνη που αποτυπώνει την υποδειγματική λειτουργία του ερυθρόλευκου οργανισμού και την ύπαρξη ζωής στον ελληνικό μπασκετικό πλανήτη.

Το γεγονός ότι η ομάδα που κατά γενική ομολογία παράγει το ωραιότερο μπάσκετ της Ευρώπης προέρχεται από τη χώρα μας, η οποία εδώ και χρόνια έχει ψιλοτσακωθεί με το θέαμα και την ποιότητα, θα έπρεπε να μας απασχολεί σε ευρύτερη κλίμακα. Εκτός κι αν έχει υπάρξει πολλές φορές στο παρελθόν τέτοια καθολική παραδοχή για ελληνικό σύνολο καθοδηγούμενο από γηγενή προπονητή κι έχουμε μπουχτίσει πια από τα εγκώμια… Εν πάση περιπτώσει, το μείζον δεν είναι να εκθειαστεί η φιλοσοφία του κόουτς Μπαρτζώκα, αλλά να δημιουργήσει επιρροές…

Ο Ολυμπιακός ολοκλήρωσε τον πρώτο γύρο της πιο ανταγωνιστικής Euroleague που έχουμε δει μέχρι σήμερα, με το υψηλότερο PIR, την καλύτερη επίθεση και τη μεγαλύτερη διαφορά πόντων. Έχοντας την πρωτιά σε ασίστ και κλεψίματα και όντας η πιο εύστοχη ομάδα σε δίποντα, βολές και η 4η σε τρίποντα. Η ομάδα του Πειραιά καταγράφει συνολικά μια από τις κορυφαίες επιθετικές επιδόσεις των τελευταίων δεκαετιών, ενώ και αμυντικά συγκαταλέγεται ανάμεσα στις κορυφαίες της λίγκας. Βέβαια αν δεν σηκώσει την κούπα στο Κάουνας, πιθανότατα θα την βγάλουμε αποτυχημένη, αλλά μέχρι τότε μπορούμε να επισημάνουμε την αξιοθαύμαστη διαδρομή της.

Για δεύτερη συνεχόμενη σεζόν οι “ερυθρόλευκοι” κερδίζουν τις εντυπώσεις και το σεβασμό για την εικόνα που παρουσιάζουν στον παρκέ, αποδεικνύοντας ότι η περσινή τους παρουσία στο Final 4 δεν προέκυψε συμπτωματικά. Αποτέλεσε μέρος ενός σχεδίου που τέθηκε σε εφαρμογή πριν από μία τριετία και εξακολουθεί να υλοποιείται με συνέπεια, σοβαρότητα και όραμα. Ένα σχέδιο που δεν βασίζεται σε κάποιο εξωπραγματικό μπάτζετ ή τέλος πάντων σε ακραίες οικονομικές υπερβάσεις, αλλά στον ορθολογισμό, την τεχνογνωσία και τις ξεκάθαρες ιδέες περί μπάσκετ. Ένα σχέδιο που αποδίδει γιατί τρέφεται καθημερινά με την πλέον θρεπτική ουσία στον ομαδικό αθλητισμό: Τη σταθερότητα.

 

Η σταθερότητα δεν είναι ακινησία, αλλά ικανότητα να προσαρμόζεσαι και να διαχειρίζεσαι τις αλλαγές αποτελεσματικά. Στο ρόστερ μιας ομάδας που κάνει πρωταθλητισμό η σταθερότητα μπορεί να θεωρηθεί ως υπόθεση ζωτικής σημασίας. Όχι μόνο γιατί δίνει την ευκαιρία στους παίκτες να αναπτύξουν χημεία και συνεκτικότητα στο γήπεδο, αλλά γιατί επιτρέπει και στον προπονητή της να εμπλουτίζει σταδιακά την τακτική και να εξελίσσει το παιχνίδι της. Έρευνες έχουν δείξει ότι όταν οι παίκτες γνωρίζουν ότι έχουν μια ασφαλή θέση στην ομάδα και κατ’ επέκταση τη δυνατότητα να οικοδομήσουν σχέσεις με τους συμπαίκτες τους, είναι πιο πιθανό να επενδύσουν στην επιτυχία της ομάδας. Με θετική στάση και λιγότερο εγωιστική συμπεριφορά.

Τα παραδείγματα πολλά και γνωστά. Ρεάλ, ΤΣΣΚΑ, Φενέρ και Ολυμπιακός την τελευταία δεκαετία δημιούργησαν ένα βασικό αγωνιστικό πυρήνα στον οποίο βασίστηκαν και τελικά δικαιώθηκαν. Το ίδιο είχε κάνει και ο Παναθηναϊκός παλαιότερα, όπως και η Μακάμπι με την Μπαρτσελόνα. Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι με εξαίρεση τους ερυθρόλευκους -κι αυτό πρέπει να τους πιστωθεί- όλα αυτά τα πετυχημένα μοντέλα στηρίχθηκαν από πολύ υψηλούς προϋπολογισμούς.

Δεν είναι, όμως, μόνο το χρήμα που εξασφαλίζει τη σταθερότητα. Είναι ο σωστός προγραμματισμός και η επίμονη δουλειά για την υλοποίησή του. Η ικανότητα να διαλέγεις π.χ. παίκτες που νιώθουν ευτυχείς με το να πασάρουν εφόσον θέλεις καλή κυκλοφορία και πολυπρόσωπη επιθετική απειλή. Είναι ο χρόνος που θα δώσεις ώστε η δουλειά και η ποιότητα του καθενός να μπορέσει να φανεί. Είναι οι συνθήκες εργασίας, ζωής και ατομικής βελτίωσης που θα προσφέρεις στα μέλη σου και που δύσκολα θα δεχτούν ν’ αφήσουν μερικά χρήματα παραπάνω. Είναι το όραμα και η καθημερινή δέσμευση. Το βλέμμα στο δάσος κι όχι στο δέντρο.

Ο Ολυμπιακός βρίσκεται και πάλι στην ευχάριστη, αλλά και δύσκολη θέση να προσπαθεί να διατηρήσει στις τάξεις του αξίες που ο ίδιος δημιούργησε και μέχρι τώρα τα καταφέρνει μια χαρά. Την επέκταση του Μουσταφά Φαλ πέρυσι, ακολούθησε εκείνη του Σάσα Βεζένκοβ, που αυτή τη στιγμή θεωρείται ο πολυτιμότερος -πλην Γιάννη- κάτοχος ελληνικού διαβατηρίου. Ο Νο1 παίκτης που θα υπέγραφαν οι GM της Euroleague, αν είχαν τη δυνατότητα, μόνο που ο Ολυμπιακός φρόντισε ώστε να μην τους τη δώσει. Παράλληλα οχυρώθηκε όσο καλύτερα μπορούσε απέναντι στην απειλή του ΝΒΑ, προσφέροντας του ένα συμβόλαιο που θα τον κάνει να σκεφτεί διπλά πριν αποφασίσει να το απαρνηθεί.

 

Η λογική λέει ότι το επόμενο “πρόωρο” μέλημα των “ερυθρόλευκων” θα είναι ο Τόμας Γουόκαπ, που στο ματς με τους Ιταλούς έδωσε μια ακόμα αξέχαστη παράσταση στις δύο πλευρές του παρκέ. Η πληθωρική παρουσία του, η επίδραση του στο παιχνίδι, το πάθος, το ομαδικό πνεύμα, ο χαρακτήρας και γενικότερα όλη αυτή η θετική αύρα που τον ακολουθεί, είναι στοιχεία που δημιουργούν ένα υπερπολύτιμο και δυσεύρετο πακέτο. Εκείνο, όμως, που κάνει τον Αμερικανό αληθινά ξεχωριστό είναι ότι μέσα σε μιάμιση σεζόν έχει προσεγγίσει τα αρχέγονα κύτταρα του συλλόγου, όσο ελάχιστοι συνάδελφοί του στο πέρασμα των χρόνων. Ο Γουόκαπ δεσμεύεται με συμβόλαιο έως το καλοκαίρι του 2024, όμως ο Ολυμπιακός αποκλείεται να περιμένει μέχρι τότε για να μιλήσει μαζί του.

Αυτός είναι ο δρόμος της ασφάλειας και της προοπτικής για τα σοβαρά κλαμπ, σε μια εποχή που ο ανταγωνισμός έχει χτυπήσει κόκκινο. Έτσι εξασφαλίζεται η συνέχεια, η εδραίωση στην ελίτ, ο σεβασμός των αντιπάλων. Μα, πάνω απ’ όλα η ταύτιση των φίλων, με πρόσωπα που γίνονται οικεία και τελικά συνθέτουν ένα σύνολο που ξεφεύγει από τα όρια του μπάσκετ και συμβολίζει έννοιες που δύσκολα συναντάμε πια στον αθλητισμό. Το ΣΕΦ γεμίζει ολοένα και συχνότερα, όχι από σιγουριά για το αποτέλεσμα, αλλά από την ανάγκη του κόσμου να εισχωρήσει στην αυτοαποκαλούμενη “αγέλη των πεινασμένων σκυλιών”. Από την πεποίθηση ότι μέσα στον ωκεανό του απρόσωπου επαγγελματισμού, θα βρει σ’ αυτό το παραθαλάσσιο στέκι του Πειραιά, ίχνη συντροφικότητας, αυθεντικά καρέ συναισθημάτων και καλούς λόγους να εκραγεί…

  • Δημοσιεύτηκε στο Eurohoops