Skip to main content

Όταν είσαι καλύτερος επιβάλλεται να κερδίζεις

Ο Μιχάλης Στεφάνου γράφει για την... τσάμπα ήττα στην Κωνσταντινούπολη.

Με αποκορύφωμα τον τελικό του Κάουνας απέναντι στη Ρεάλ, οι “ερυθρόλευκοι” έχουν πετάξει στο καλάθι των αχρήστων μπόλικες βραδιές, επειδή απλώς αδίκησαν τους εαυτούς τους. Βραδιές που στο τέλος γκρέμισαν ό,τι με κόπο είχαν χτίσει. Παιχνίδια που διάβασαν και προετοίμασαν σωστά και που βάσει της εικόνας τους στο παρκέ θα έπρεπε να τα έχουν κερδίσει.

Ένα τέτοιο ήταν και το χθεσινό στην Κωνσταντινούπολη, απέναντι σε μια Εφές που άνοιξε το παιχνίδι ως… θεατής του ερυθρόλευκου ρεσιτάλ, αλλά το έκλεισε πανηγυρίζοντας μια νίκη που έμοιαζε με… μάννα εξ ουρανού. Έχοντας προηγηθεί για πρώτη φορά στο 36′ και διατηρήσει το προβάδισμα για μόλις δυόμισι από τα 40′ λεπτά της αναμέτρησης! Έχοντας βρεθεί με 15 πόντους πίσω στο πρώτο κιόλας δεκάλεπτο, 8 πόντους πίσω στο τελευταίο και φυσικά έχοντας δει τον αντίπαλο να της προσφέρει τρεις φορές την μπάλα στα χέρια τα τελευταία 90′ δευτερόλεπτα! Κι εντάξει, τα έχει αυτά το άθλημα και στο Μιλάνο είδαμε μια ιστορική ανατροπή, αλλά στην προκειμένη περίπτωση ο Ολυμπιακός δεν την πάτησε επειδή χαλάρωσε.

Ποια μπορεί όμως να είναι τα αίτια μιας τέτοιας απρόσμενης εξέλιξης; Κάποιες εντελώς random λεπτομέρειες όπως μια απόφαση, ένα λάθος ή ένα φαινομενικά εύκολο καλάθι που δεν μπήκε; Μη ορθολογική προσέγγιση και κακές επιλογές στα κρίσιμα διαστήματα; Απώλεια ψυχραιμίας την ώρα που αντίπαλος προσπαθεί να αντιδράσει; Υπερβολική σιγουριά ή μήπως έλλειψη σιγουριάς; Ό,τι κι αν ισχύει καλό θα είναι να περιοριστεί, διότι σε μια τόσο απαιτητική και δύσκολη διοργάνωση δικαιούσαι, φυσικά, να χάνεις, αλλά όχι να χαρίζεις. Κι όσο πιο υψηλούς στόχους έχεις, τόσο πιο απαιτητικός πρέπει να είσαι με τον εαυτό σου.

Πάντα σε τέτοιας μορφής ήττες, έχουμε την τάση να ισχυριζόμαστε ότι εκείνοι που δεν έπαιζαν θα τα πήγαιναν καλύτερα, όμως αυτή δεν είναι παρά μια… βολική υπόθεση. Κάποιος θα πει για τη χρησιμοποίηση του Ντόρσεϊ στο δεύτερο ημίχρονο, κάποιος άλλος μπορεί να ήθελε τον Φουρνιέ και τον Φαλ λίγο νωρίτερα στο κλείσιμο του παιχνιδιού και κάποιος τρίτος τον Παπανικολάου. Το σίγουρο είναι ότι εκείνος που ευθύνεται για τις συγκεκριμένες αποφάσεις, θέλει να κερδίσει περισσότερο απ’ όλους…

Σύμφωνα με τον Δαρβίνο, “δεν είναι τα πιο δυνατά είδη που επιβιώνουν ή τα πιο έξυπνα, αλλά αυτά που ανταποκρίνονται καλύτερα στις αλλαγές”. Κι ο Ολυμπιακός, που ξεδίπλωσε τόσο υπέροχα το δικό του μπάσκετ στο ξεκίνημα, έχασε γρήγορα την αυτοκυριαρχία του όταν η μορφή του παιχνιδιού άρχισε να αλλάζει. Ο Λάρκιν του έβαλε 12 συνεχόμενους πόντους σε διάστημα τριών λεπτών, κι αντί το μεγάλο πλεονέκτημα του πρώτου δεκαλέπτου να στηριχθεί και γιατί όχι να διευρυνθεί, εξατμίστηκε πριν την ανάπαυλα.

Παρά την κατακόρυφη άνοδο της απόδοσης και κυρίως της ψυχολογίας της Εφές -γιατί πάντα υπάρχει και η άλλη ομάδα στο γήπεδο- το σύνολο του Γιώργου Μπαρτζώκα κατάφερε να προσαρμοστεί στις νέες απαιτήσεις, να διατηρήσει την υπεροχή του και ουσιαστικά να περιμένει ένα καλό αμυντικό διάστημα ώστε να επιβληθεί οριστικά. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ, καθώς μετά τους 30 πόντους της δεύτερης περιόδου, δέχτηκε άλλους 50 στην επανάληψη. Το παιχνίδι πήγε στο “μία σου και μία μου”, στους επιθετικούς ηρωισμούς και γενικότερα σε έναν άναρχο ρυθμό που οι “ερυθρόλευκοι ” ναι μεν, μπορούν πλέον να υποστηρίξουν, αλλά σίγουρα δεν αποτελεί την προτεραιότητά τους.

Ακόμα κι έτσι, η δουλειά γινόταν. Πέντε μαζεμένα τρίποντα (τρία από Φουρνιέ και δύο από Βεζένκοβ και ΜακΚίσικ) κράτησαν τους “ερυθρόλευκους” όρθιους στο τέλος της τρίτης περιόδου και με την έναρξη της τέταρτης τα πράγματα έγιναν ακόμα καλύτερα. Το 67-75 και το 70-77 ήταν ό,τι ακριβώς χρειαζόταν ο Ολυμπιακός, ώστε να διαχειριστεί την τελική ευθεία με καθαρή σκέψη και ηρεμία στο παιχνίδι του. Δεν το έκανε.

Ο εξαιρετικός κατά τα άλλα ΜακΚίσικ, συνέχιζε να ορίζει τις κατοχές των Πειραιωτών τοποθετώντας τους ουσιαστικά σε ένα επικίνδυνο roller coaster που δεν ήξερες τι θα φέρει από στροφή σε στροφή. Χειρόφρενο και εύστοχο σουτ τη μία, βιαστική λάθος πάσα στον Πίτερς την άλλη. Γρήγορη απάντηση για το 78-82 τη μία, άνευ λόγου βιαστική επίθεση και αιφνιδιασμός της Εφές για την ισοφάριση την άλλη. Κάτι αντίστοιχο ισχύει και με τον Ράιτ ο οποίος στη μια πλευρά του γηπέδου έβαζε και στην άλλη έτρωγε, μέχρι που απώλεσε κι αυτός δύο κατοχές (μια με επιθετικό φάουλ και μία χάνοντας την μπάλα), πριν αντικατασταθεί από τον Φαλ τρία λεπτά πριν τη λήξη και με την Εφές πια να έχει περάσει μπροστά.

Η μπάλα δεν ακούμπησε καθόλου στον Βεζένκοβ στην τελευταία περίοδο και γενικότερα ο Ολυμπιακός έμοιαζε περισσότερο να… τζογάρει και λιγότερο να επενδύει στην ποιότητα και τις σταθερές του. Ο Φουρνιέ ένιωθε ζεστός και πήρε την ευθύνη. Για αυτό ήρθε στον Ολυμπιακό, έστω κι αν στάθηκε τελικά μοιραίος για την ομάδα του. Η 12χρονη κουλτούρα του από έναν μπασκετικό κόσμο που βασίζεται περισσότερο στο ένστικτο και στη στιγμιαία έμπνευση του πιο “on fire” παίκτη δεν ήταν δυνατόν να εξαλειφθεί σε λίγες εβδομάδες. Είναι βέβαιο, ότι την επόμενη φορά θα λειτουργήσει λιγότερο παρορμητικά και την μεθεπόμενη καθόλου…