Η νέα τάση στο ευρωπαϊκό μπάσκετ: One 4 All
Ο «Manolo» γράφει για το πώς γίνεται το recruiting των ομάδων και τους τύπους παικτών που πλέον κυριαρχούν.
Στη σκιά του φονικού σιδηροδρομικού δυστυχήματος, που βύθισε σε πένθος τη χώρα και για πολλοστή φορά φανέρωσε τις παθογένειες ενός ολόκληρου κρατικού μηχανισμού, χωρίς να αλλάζει τίποτα και με τους πραγματικά υπεύθυνους να «ρίχνουν το μπαλάκι» δεξιά και αριστερά, επανερχόμαστε μετά από καιρό, να μιλήσουμε για μπάσκετ, κάτω από δυσάρεστες συνθήκες. Η ζωή συνεχίζεται, αλλά το ζητούμενο πλέον είναι μαζί με αυτή, να αλλάξει η κατάσταση, να υπάρξει τιμωρία και η όποια αλλαγή να μη μείνει ξανά στα λόγια, θρηνώντας και πάλι θύματα μετά από μερικά χρόνια…
Το σημερινό μας θέμα είναι οι τελευταίες τάσεις στο άθλημα ανά τον κόσμο, αναφορικά με τις ομάδες και το πως γίνεται το «χτίσιμό» τους, καθώς και το πως αντιλαμβάνονται οι προπονητές το winning basketball. Η νέα τάξη πραγμάτων στο παγκόσμιο μπάσκετ έχει φθάσει πια. Το ΝΒΑ ως σκαπανέας των εξελίξεων έχει δείξει το δρόμο εδώ και μερικά χρόνια, όσον αφορά το recruiting των ομάδων και τους τύπους παικτών που πλέον κυριαρχούν.
Το μέγεθος, τα φυσικά / αθλητικά προσόντα, το versatility και το επιθετικό ταλέντο, μαζί με την απαραίτητη δόση αμυντικής συνέπειας και ενέργειας, είναι πλέον τα βασικά χαρακτηριστικά που απαιτούνται. Οι star παίκτες έχουν το πλήρες πακέτο σε υπερθετικό βαθμό, ενώ πάντα θα ευδοκιμούν και παίκτες – ρολίστες, που κάνουν συγκεκριμένα πράγματα σε elite βαθμό, ώστε να βρίσκουν εύκολα καλό συμβόλαιο και να έχουν βοηθητικό, αλλά σημαντικό, ρόλο, στα ρόστερ των ομάδων. Ωστόσο, το άθλημα παραμένει σε μεγάλο βαθμό προσωποκεντρικό, καθώς τις super teams των προηγούμενων δεκαετιών, έχουν διαδεχθεί πλέον οι ομάδες με έναν ή δυο το πολύ stars και βάθος με ποιοτικό supporting cast (Milwaukee, Philadelphia, Miami, Denver).
Στον αγωνιστικό τομέα, όσο η προηγούμενη γενιά των Lebron, Curry περνάει τη σκυτάλη στη νέα, τόσο βλέπουμε και την πρόοδο που συντελείται. Πλέον ξεφυτρώνουν όλο και περισσότεροι παίκτες – αθλητές, όλο και περισσότεροι που συνδυάζουν φυσικά προσόντα με fundamentals, όλο και περισσότεροι wannabe unicorns, που θέλουν να εδραιώσουν τη θέση τους ως οι … νέοι κυρίαρχοι του παιχνιδιού! Ο δικός μας Γιάννης Αντετοκούνμπο έκανε την αρχή, βάζοντας στο φίλτρο και απαράμιλλο leadership με work ethic, με αποτέλεσμα δικαίως να θεωρείται generational player.
Ο επόμενος θα είναι άραγε ο Wembanyama; Όλοι γνωρίζετε πλέον την πορεία του wonderkid από τη Γαλλία, το οποίο έχει αναγκάσει να στρωθεί χαλί μπροστά του από τις ομάδες με lottery draft picks, οι οποίες ευελπιστούν ότι θα τον επιλέξουν! Ο ίδιος θεωρείται ήδη ο επόμενος μεγάλος αστέρας, εκείνος που θα μπορέσει να μετατρέψει ξανά μέτρια franchises σε διεκδικητές τίτλου. Η κατάληψη της νούμερο 1 θέσης του επερχόμενου Draft είναι κάτι παραπάνω από δεδομένη και μένει πλέον να δούμε που και πως θα καταλήξει…
Ο Wembanyama είναι διαφορετικός και από τον Αντετοκούνμπο, αλλά και από παίκτες όπως ο Holmgren, που στάθηκε άτυχος φέτος στη rookie του σεζόν. Ο συνδυασμός μεγέθους / φυσικών προσόντων / ικανότητας να κινείται με την μπάλα σαν guard, τον καθιστούν ως one of a kind και το μόνο ερωτηματικό είναι η ανταπόκρισή του στο physicality του ΝΒΑ. Το κορυφαίο πρωτάθλημα στον κόσμο έχει αλλάξει πλέον και δεν κυβερνάται ούτε από guards, ούτε από centers, όπως είχαμε γράψει σε ένα πρόσφατο κείμενο στο Superbasket, αλλά από πολυσύνθετους wings που μπορούν να κάνουν τα πάντα. Ο Banchero είναι ένας από αυτούς και ήδη διεκδικεί το status και τη θέση του στο ΝΒΑ…
Όλα αυτά συνηγορούν σε όσα δήλωσε πρόσφατα και ο Laso, σε μια συνέντευξη του σε ιταλικό μέσο, ότι δηλαδή το ΝΒΑ, στην προσπάθεια του να βρει και να «φτιάξει» τους exceptional νέους παίκτες, τους star του μέλλοντος, έχει εξελιχθεί σε Players’ League, κάτι που είναι πια εμφανές σε όλες τις εκφάνσεις του. Μάλιστα, χρησιμοποιώντας σε μια αποστροφή του λόγου του το παράδειγμα του Delaney στην Ευρώπη, ότι δεν θα μπορούσε επ’ ουδενί να θεωρηθεί μεγαλύτερος ως μέγεθος από καμία ομάδα, δημιούργησε ολόκληρο debate γύρω από τις διάφορες των δυο κόσμων.
Το αντίθετο, λοιπόν, βλέπουμε να συμβαίνει στην Ευρώπη, όπου η ανάδειξη των νέων star (βλ. Βεζένκοβ) είναι αποτέλεσμα (εκτός από της δεδομένης ατομικής ποιότητας, ταλέντου και σκληρής δουλειάς) ομαδικής προσπάθειας. Η χημεία, η συνοχή και η τακτική επάρκεια είναι πλέον εξίσου απαραίτητα στοιχεία για να σταθεί ένας παίκτης με επιτυχία στην Euroleague και αυτό είναι που την κατατάσσει ξεχωριστή σε σχέση με άλλα πρωταθλήματα. Τα παραδείγματα πολλά και συνοψίζονται στον Παναθηναϊκό των 00ς, στη Ρεάλ και ΤΣΣΚΑ των 10ς και εσχάτως στον Ολυμπιακό.
Φυσικά η Ευρώπη δεν θα μπορούσε να μην ακολουθήσει και κάποιες από τις τάσεις του ΝΒΑ… Το μέγεθος πλέον είναι από τα κύρια συστατικά που ζητάνε οι ομάδες και δεν είναι τυχαίο ότι μετά τη Ρεάλ και οι Μπαρτσελόνα, Ολυμπιακός, Φενερμπαχτσέ, Μονακό ακολουθούν την ίδια στρατηγική. Το κοινό τους είναι ότι μιλάμε για τα κορυφαία clubs της φετινής σεζόν. Άλλο ένα μοτίβο είναι ότι πλέον πρωταγωνιστούν πολυσύνθετοι παίκτες, με ικανότητα σε πολλούς τομείς του παιχνιδιού. Όχι μόνο σκόρερ, όχι μόνο πασέρ ή ριμπάουντερ. Πάντα θα υπάρχουν και εδώ βέβαια ρολίστες που θα κάνουν πολύ καλά συγκεκριμένα πράγματα και θα έχουν το ρόλο τους. Αυτοί κατατάσσονται κυρίως σε facilitating και scoring guards, sharpshooter wings και banger centers. Ωστόσο, πλέον απορροφώνται όλο και λιγότεροι και με μικρότερη πιθανότητα επιτυχίας. Δείτε τα παραδείγματα από τη φετινή rookie class των πιο πολυσύνθετων Thompson και Motley σε αντιδιαστολή με τους πιο μονοδιάστατους Edwards και Blossomgame.
Θα έλεγα ότι οι Ευρωπαϊκές ομάδες αναζητούν κυρίως ξένους παίκτες με versatility στην επίθεση και switchability στην άμυνα, που θα μπορούν να ανταποκριθούν και στο τακτικό κομμάτι και αυτή άλλη είναι μια ειδοποιός διαφορά σε σχέση με άλλα πρωταθλήματα του κόσμου.
Συνεπώς, παρατηρούμε ότι οι προπονητές πλέον στην Euroleague, στην προσπάθεια τους να δημιουργήσουν κορυφαίες ομάδες - διεκδικήτριες τίτλου, έχουν αφήσει πίσω το one man μοντέλο, δηλαδή εκείνο του μεγάλου ηγέτη που οι υπόλοιποι δουλεύουν για αυτόν και εφαρμόζουν τη φιλοσοφία one for all, δηλαδή ακόμη και ο κορυφαίος ατομικά παίκτης να είναι μέρος του συνόλου και να λειτουργεί για αυτό ως ισότιμο μέλος.
Μιας και γίνεται λόγος όμως και σε άλλες λίγκες, τι συμβαίνει στην Ωκεανία και την Ασία; Μπορεί να μοιάζουν λίγο «ξένες» σε αρκετούς, αλλά και εκεί υπάρχει πρόοδος και μεγάλη βελτίωση στην ποιότητα των παικτών και κατ’ επέκταση στο επίπεδο των ομάδων, παρόλο που η συνταγή της επιτυχίας διαφέρει αρκετά και από την Ευρώπη και από το ΝΒΑ…
Με αφορμή την εβδομάδα του EASL (East Asian Super League), μπορούμε να βάλουμε μέτρο σύγκρισης ανάμεσα στις ομάδες από διαφορετικές χώρες μεν, με παρόμοια μπασκετική κουλτούρα δε. Η άνοδος του Ιαπωνικού μπάσκετ συνέπεσε με την αλλαγή στους κανονισμούς και τη δυνατότητα στις ομάδες να έχουν 3 ξένους στη σύνθεσή τους. Εκτός από τους dominant centers (Shawn Long, Josh Smith και εσχάτως τον Kofi Cockburn), οι Γιαπωνέζικες ομάδες ανέβηκαν επίπεδο με σωρεία καλών guards και wings από Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα (Justin Cobbs, Perin Buford, Dwayne Evans). Κατάφεραν μέχρι και να προσελκύσουν παίκτες κολεγιακούς – αστέρες όπως ο Keve Aluma και ο John Mooney παλιότερα. Δεν είναι τυχαία η εισροή προπονητών και παικτών από την Ευρώπη και δη την Ισπανία…
Η τάση πάντως στις περισσότερες ομάδες είναι η ύπαρξη ενός 7-footer με post game και ενός swingman με έφεση στο σκορ. Οι λόγοι προφανείς, καθώς οι ντόπιοι, που δεν αγωνίζονται στο εξωτερικό είναι συνήθως guards ή περιορισμένων δυνατοτήτων ψηλοί και οι πραγματικά καλοί παίκτες από άλλες Ασιατικές χώρες (αδελφοί Ravenna, Parras κτλ.) σπανίζουν. Το στυλ παιχνιδιού των ομάδων μπορεί να δείχνει αρκετά ελεύθερο, όμως σίγουρα είναι πιο πειθαρχημένο από ό,τι στην Κίνα. Μια από τις καλύτερες ομάδες της χώρας, οι Chiba Jets έχουν στον πάγκο το γνωστό μας John Patrick (Ludwigsburg), ενώ οι Shiga Lakestars τον Ισπανό David Gomez. Και στα δυο αυτά σύνολα, ενώ υπάρχουν παικτες που ξεχωρίζουν (Chris Smith, John Mooney, DeQuan Jones), είναι εμφανής η προσπάθεια να στηριχτούν στο ομαδικό παιχνίδι και τη συλλογικότητα, ως το καλύτερο μέσο για να φθάσουν στη νίκη, προσεγγίζοντας τον Ευρωπαϊκό τρόπο σκέψης.
Η κατάσταση στη Ν. Κορέα είναι παρόμοια ως προς την επιλογή των παικτών, όπου όμως υφίσταται περιορισμός μέχρι 2 ξένων, όπου μόνο 1 έχει δικαίωμα να βρίσκεται στο παρκέ. Αυτό έχει οδηγήσει σε «εξαφάνιση» των ξένων guards (οι τελευταίοι ποιοτικοί guards που πάτησαν στη Ν. Κορέα ήταν οι Josh Gray, Marcus Foster και Jordan Howard πριν 4 – 5 χρόνια) και focus σε δυνατούς ψηλούς με έφεση στο σκορ που μπορούν να λειτουργήσουν ως leaders. Το top όνομα στην KBL είναι ο Jameel Warney και τα «νέα φυντάνια» που εποφθαλμιούν τη θέση του στην κορυφή του … Κορεάτικου stardom, είναι οι Spellman και Prim, παρόμοιων κυβικών και ταλέντου!
Η περίπτωση του Motley είναι χαρακτηριστική για το τι παίκτες ζητάνε οι εκεί προπονητές. Το νούμερο 1 συστατικό πάντως είναι η φυσική δύναμη, ψηλοί που μπορούν να σπρώξουν και να σκοράρουν κοντά στο καλάθι. Αντίθετα, είδαμε το τελευταίο εγχείρημα με τον Rondae Hollis-Jefferson να μη στέφεται με επιτυχία, με τον πάλαι ποτέ παίκτη του ΝΒΑ να γίνεται outmuscled και να μην μπορεί να καθιερωθεί στο πρωτάθλημα, οδηγώντας τον στην αποχώρηση.
Η φετινή σεζόν για τις Κορεατικές ομάδες χαρακτηρίστηκε και από τη … στρατολόγηση ποιοτικών παικτών από τις Φιλιππίνες (Ildefonso, Abando και Abarrientos), οι οποίοι έχουν αφήσει το στίγμα τους και δείχνουν το δρόμο. Οι προπονητές είναι στην πλειοψηφία από τη χώρα δίχως ιδιαίτερες παρεμβάσεις στην τακτική, με το στυλ μπάσκετ που κυριαρχεί να είναι πολλά τρίποντα και post game. Και εδώ έχουμε προσωποκεντρικό μοντέλο, καθώς τα τελευταία χρόνια πρωταθλητές είναι οι Seoul SK Knights του Warney, ενώ η είσοδος πρόπερσι των Motley και Sullinger στη λίγκα, βοήθησε τις ομάδες τους να πάνε εξαιρετικά.
Η Κινέζικη CBA είναι εκτός συναγωνισμού, καθώς θα έλεγα ότι έχει χάσει τον προσανατολισμό της και έχει μπει σε λάθος μονοπάτι, με αποτέλεσμα να εξελιχθεί σε Ασιατική G League, με το ενδιαφέρον να είναι όλο και μικρότερο και η στελέχωση να γίνεται με καθαρά μαρκετίστικο (sic) χαρακτήρα. Οι ομάδες δεν έχουν πλέον ταυτότητα και όλοι κυνηγάνε καλά νούμερα… Βετεράνοι του ΝΒΑ δίχως κίνητρο, Αμερικάνοι guards από Ευρώπη που θέλουν να «φουσκώσουν» τον τραπεζικό λογαριασμό τους και να καταρρίψουν τα ρεκόρ πόντων και κάποιοι ταλαντούχοι παίκτες, οι οποίοι όμως αναγκάζονται να παίζουν κυριολεκτικά με το ρολόι, λόγω περιορισμών, συνθέτουν το παζλ μιας σύγχρονης μπασκετικής Βαβέλ…
Αντίθετα, η NBL της Ωκεανίας είναι ένα πρωτάθλημα που γνωρίζει μεγάλη άνθηση τελευταία. Φυσικά λειτουργεί σε ένα βαθμό ως προθάλαμος ομάδων ΝΒΑ (RJ Hampton, Lamelo Ball, Josh Giddey και Ryan Rupert εσχάτως), ωστόσο διατηρεί τη δική της ταυτότητα και το ενδιαφέρον παραμένει υψηλό. Τον 1ο φετινό τελικό ανάμεσα σε Sydney Kings και New Zealand Breakers παρακολούθησαν πάνω από 13 χιλ. θεατές, ενώ οι αγώνες μεταδίδονται όλο και σε περισσότερες χώρες του κόσμου. Η NBL είναι αναβαθμισμένη σε σχέση με τα Ασιατικά πρωταθλήματα και λόγω της παρουσίας ποιοτικών γηγενών παικτών, αλλά και του πιο θελκτικού στυλ παιχνιδιού, χωρίς να χάνεται η ανταγωνιστικότητα.
Η επιλογή των τριών ξένων σε κάθε ομάδα έχει παρόμοια μοτίβα, καθώς θα δούμε σε αφθονία on ball scoring guards (Cotton, Brown Jr., Harvey, Tucker) και face up wings με πολυσύνθετο αγωνιστικό πακέτο (Simon, Cleveland, Kelly). Η μεγάλη «νίκη» της NBL είναι ότι πλέον έχει πείσει και τις Ευρωπαϊκές ομάδες για το υψηλό επίπεδο του πρωταθλήματος. Μετά τον Wetzell (Alba) και ο Waardenburg θα μετακομίσει στη Γερμανία, ενώ με τον αποκλεισμό από τα Ρ/Ο αρκετών ομάδων, είδαμε και άλλους παίκτες να κάνουν το ίδιο δρομολόγιο (Franks, Pinder, Manek). Συνολικά, θα λέγαμε ότι η NBL είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ ΝΒΑ και Ευρώπης, προσπαθώντας να υιοθετήσει θετικά στοιχεία και από τους δύο αυτούς διαφορετικούς κόσμους, τόσο όσον αφορά το εμπορικό κομμάτι, όσο και τη στελέχωση / φιλοσοφία των ομάδων.
Το επίπεδο των προπονητών είναι υψηλότερο από ό,τι στα Ασιατικά πρωταθλήματα με ουσιαστικές παρεμβάσεις στην τακτική από μέρους τους. Παρόλο που το αγωνιστικό στυλ θυμίζει ΝΒΑ στο επιθετικό κομμάτι, το παιχνίδι προσεγγίζει σε ένα βαθμό και τα Ευρωπαϊκά στάνταρ. Δεν είναι τυχαίο ότι τα τελευταία χρόνια η ομάδα του ενός, το Perth του Cotton, σταδιακά αφήνει το θρόνο στη νέα δύναμη των πολλών, το Sydney των Vasiljevic, Cooks και από φέτος των Walton Jr., Simon, Noi και Soares, δηλαδή παίκτες που εξυπηρετούν το ομαδικό μπάσκετ.
Φθάνοντας στην ώρα για το συμπέρασμα, όσον αφορά το καθαρά αγωνιστικό κομμάτι, είναι ξεκάθαρο ότι το ΝΒΑ είναι ο «οδηγός». Είναι το πρωτάθλημα που θα διαμορφώσει τις τάσεις, θα απορροφήσει την παγκόσμια αφρόκρεμα παικτών και θα αναγκάσει τον υπόλοιπο κόσμο να προσαρμοστεί κυρίως και να ακολουθήσει δευτερευόντως. Δεν είναι μόνο τα διαφορετικά οικονομικά μεγέθη, αλλά και ο τρόπος που παίζεται εκεί το άθλημα (και δεν αναφέρομαι μόνο στους κανονισμούς). Η Ευρώπη, με την Euroleague σε πρώτο πλάνο, έχει ξεκάθαρη φιλοσοφία και παρόλο που δεν είναι ξεκάθαρα coaches’ league, σίγουρα σε ένα βαθμό η επίδραση των προπονητών είναι μεγαλύτερη από ό,τι στα άλλα πρωταθλήματα. Και δεν μιλάμε για φαινόμενα overcoaching (βλ. Barcelona), αλλά για ομάδες που έχουν τη σφραγίδα των προπονητών τους (Ολυμπιακός, Efes, Baskonia, Bayern) και το μπάσκετ που παίζουν είναι μοναδικό… Η σημαντικότερη διαφορά σε σχέση με τα τελευταία χρόνια, είναι η μικρότερη «ανακύκλωση» και το άνοιγμα της «δεξαμενής», με παίκτες rookie μεν, που να μπορούν να εξυπηρετήσουν τις επιταγές των προπονητών τους δε.
Το μέλλον του μπάσκετ, όπως το φανταζόμασταν πριν μερικά χρόνια, είναι διαφορετικό τελικά. Οι αλλαγές στον τρόπο παιχνιδιού, στην ταχύτητα, στην τακτική και στα φυσικά / αθλητικά προσόντα είναι τόσο μεγάλες που έχει φέρει το άθλημα μπροστά σε μεγάλες προκλήσεις και μια νέα εποχή. Οι παίκτες προφανώς είναι και αυτοί μέρος της αλλαγής, ωστόσο τελικά ως ομαδικό άθλημα, είναι οι ίδιοι οι οργανισμοί και το περιβάλλον εκείνα που πρέπει να ορίσουν το πλαίσιο δράσης τους. Τα φαινόμενα όπου ομάδες του ενός μπορούν να φθάσουν στην κορυφή είναι όλο και σπανιότερα, τουλάχιστον σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, κάτι που φάνηκε ακόμη και στο φετινό Eurobasket, όπου στο τέλος θριάμβευσε η συλλογικότητα, η Ισπανία των 12 παικτών, χωρίς τον απόλυτο star, που είχε την πιο «φτωχή» από ταλέντο περιφέρεια, αλλά εκείνη που έχει «καταπιεί» μαζί πολλά χιλιόμετρα στη Malaga… Εξάλλου, όπως τα 5 δάχτυλα των χεριών μπορούν ενωμένα να είναι μια δυνατή γροθιά, έτσι και στο μπάσκετ οι 5 παίκτες που μαζί έχουν την ίδια φιλοσοφία και στόχους στο παρκέ, μπορούν να κάνουν θαύματα!